Συνέντευξη με την Ψ. από τα ΕΜΜΕ

Θα σε ρωτήσω αρχικά κάποια πράγματα σχετικά με το «προφίλ» σου. Είσαι από Αθήνα ή από επαρχία;
Ψ.: Τι θεωρείται η Ελευσίνα; Βάλε Αθήνα...
Σε ποιά σχολή είσαι και σε ποιό έτος σπουδών;
Ψ.: Είμαι στη σχολή Επικοινωνίας και ΜΜΕ, τρίτο έτος.
Να δούμε τώρα το οικογενειακό σου background. Απ’ όσο ξέρεις οι γονείς σου ανήκαν ή ανήκουν κάπου πολιτικά;
Ψ.: Υπήρχε έντονη πολιτική δραστηριοποίηση κυρίως από την πλευρά του πατέρα μου. Και όταν ήταν νεότερος, μέσω της οικογένειας του, αλλά και αργότερα στα φοιτητικά του χρόνια στο Παρίσι.
Ήταν ενταγμένος κάπου στην Αριστερά;
Ψ.: Ναι, πέρασε από το ΚΚΕ εσωτερικού και μετά από το Συνασπισμό. Εδώ και μια δεκαετία όμως βρίζει τους πάντες. Πιθανόν από αυτή την επιρροή απ’ το οικογενειακό μου περιβάλλον είχα πάρει και εγώ αυτή την άρνηση απέναντι στις πολιτικές οργανώσεις και το κόμματα. Η μητέρα μου είχε εμπλακεί πολύ λιγότερο. Έχει μια κριτική άποψη απέναντι στα πράγματα και προέρχεται επίσης από αριστερό περιβάλλον, αλλά δεν είχε κάποια ιδιαίτερη δράση. Αυτή τη στιγμή δεν μπορώ να πω ότι οι γονείς μου είναι οργανωμένοι πολιτικά. Έχει περάσει τουλάχιστον μια δεκαετία από τότε που ο πατέρας μου ήταν υποψήφιος σε δημοτικές εκλογές και πλέον έχει αποχωρήσει απ’ όλα αυτά.
Κρίνεις ότι η πολιτικοποίηση των γονιών σου σ’ έχει επηρεάσει; Τι συζητήσεις γίνονταν στο σπίτι σου;
Ψ.: Σίγουρα ναι. Πριν τις καταλήψεις υπήρχε στο μυαλό μου μια ασάφεια, την οποία έχουν πολλά παιδιά «συνασπισμένων», δηλαδή ότι κάπου βρισκόμαστε μέσα στην αριστερά, αλλά της κάνουμε και κριτική, σε ένα ασαφές όμως πλαίσιο. Ένα άλλο στοιχείο, όπως σου είπα, ήταν ότι η αποχώρηση του πατέρα μου, ειδικά τα τελευταία δέκα χρόνια, με επηρέασε πολιτικά ως προς την άρνηση απέναντι στις οργανώσεις. Επειδή τα είχε δει πολύ καλά ο ίδιος από τα μέσα, υπήρχε διαρκώς ένα αρνητισμός και μια μουρμούρα στις πολιτικές συζητήσεις στο σπίτι. Θεωρώ ότι αυτό με επηρέασε πολύ...
Μακριά από τις οργανώσεις δηλαδή...
Ψ.: Όχι ακριβώς έτσι, αλλά... Ότι σ’ όλα αυτά παίζεται «βρώμικο παιχνίδι» τέλος πάντων. Είχα ακούσει διάφορα περιστατικά  για την τάδε περίοδο που είχε γίνει κάτι με το τάδε μέλος της οργάνωσης κλπ. Αυτή η μετάδοση εμπειριών και όλες οι συζητήσεις γύρω απ’ τα ιστορικά θέματα της αριστεράς που είχα ακούσει από μικρή στο σπίτι, προφανώς με επηρέασαν. Κάτι άλλο που είχα νιώσει από μια ηλικία και μετά ήταν ότι το γεγονός ότι αποτραβήχτηκε ο πατέρας μου απ’ τα πολιτικά πράγματα με έκανε κι εμένα να μην θέλω να ασχοληθώ καθόλου. Δηλαδή, μπορεί να υπήρχαν στο σπίτι ένα σωρό πολιτικά βιβλία αλλά εγώ προτιμούσα να κάτσω να διαβάσω ψυχολογία του Adler ή Νίτσε, παρά να ασχοληθώ με το όποιο αριστερό απολίθωμα.
Τι δουλειά κάνουν οι γονείς σου και πώς θα χαρακτήριζες την οικονομική τους κατάσταση;
Ψ.: Η μητέρα μου είναι δημόσιος υπάλληλος, παρασκευάστρια σε νοσοκομείο. Ο πατέρας μου είναι ιδιωτικός υπάλληλος, επιθεωρητής πωλήσεων στη Michelin. Για την οικονομική τους κατάσταση τώρα: βάση εισοδήματος είναι μέτρια έως καλή, εντάξει δεν πεθαίνουμε! Από εκεί και πέρα δεν υπάρχει κάποιο σπίτι ή κάποιο εξοχικό, είμαστε στο νοίκι εδώ και αρκετά χρόνια, οπότε δεν θα έλεγα ότι είμαστε από μέτρια και πάνω.
Μια ερώτηση που αφορά εσένα τώρα: τα βγάζεις πέρα οικονομικά με τις σπουδές σου; Ζητάς χρήματα από τους γονείς σου;
Ψ.: Για τις βασικές ανάγκες μου στηρίζομαι στο «χαρτζιλίκι» των γονιών. Από εκεί και πέρα όταν χρειάζεται δουλεύω για κάποια διαστήματα...
Αυτή είναι η επόμενη ερώτηση: έχεις δουλέψει ποτέ ή δουλεύεις αυτή την περίοδο;
Ψ.: Αυτή την περίοδο όχι. Έχω δουλέψει όμως στο παρελθόν. Σε δουλειές «του ποδαριού» όπως λένε, του τύπου διανομή φυλλαδίων ή promotion. Εφόσον δεν έχω πολύ μεγάλη οικονομική ανάγκη, και τώρα με ενδιαφέρει βασικά να βρω κάποια πρακτική άσκηση που δυστυχώς ξέρω ότι θα είναι σε άσχημο καθεστώς (άμισθη εργασία κλπ.), προτιμώ η εργασία να είναι τέτοια ώστε να με βολεύει και με τα προγράμματα της σχολής. Δουλειές με ελεύθερο ωράριο δηλαδή...
Για πόσο διάστημα δούλευες;
Ψ.: Για ένα δίμηνο ή τρίμηνο περίπου.
Ο λόγος για τον οποίο δούλευες;
Ψ.: Για να έχω χρήματα για κάποιες επιπλέον ανάγκες.
Με τι όρους δούλευες;
Ψ.: Μαύρα, εννοείται! Τυπικά εμείς δεν εμφανιζόμαστε πουθενά ως εργαζόμενοι ούτε στις εταιρίες με τα φυλλάδια, ούτε στις εταιρίες promotion. Και επίσης ευέλικτο ωράριο.
Να σε ρωτήσω κάτι επιπλέον: σε αυτές τις δουλειές, την ώρα που δούλευες αισθανόσουν ότι είσαι και εργαζόμενη ή απλά ότι συνεχίζεις να είσαι φοιτήτρια; Δηλαδή πως αντιλαμβανόσουν την εμπειρία της δουλειάς;
Ψ.: Νομίζω ότι ακόμη και σ’ αυτές τις δουλειές αν δε δουλεύεις συστηματικά, και εγώ μην φανταστείς ότι δούλευα 10 ώρες την ημέρα, δούλευα π.χ. 4 ή 6 ώρες, δεν αντιμετωπίζεις την πίεση του εργαζόμενου, δεν έχεις αυτό το συναίσθημα. Δεν υπάρχει δηλαδή η πίεση ότι κάνεις καθημερινά κάτι δυσάρεστο. Οπότε περισσότερο ένιωθα σαν φοιτήτρια που βγάζω το χαρτζιλίκι μου. Αλλά εντάξει, όταν κάθεσαι 4 ώρες σ’ ένα δρόμο με τον κόσμο να περνάει αδιαφορώντας και να έχεις και τα νεύρα σου κιόλας, σίγουρα αισθάνεσαι ότι «αυτή τη στιγμή είμαι ο μαλάκας εργαζόμενος»! Βασικά όμως, το αντιλαμβανόμουν σαν κάτι που κάνω για να βγάλω το «χαρτζιλίκι».
Πώς θα χαρακτήριζες τον εαυτό σου πολιτικά; Θα έδινες κάποιο χαρακτηρισμό;
Ψ.: Αυτή την περίοδο ειδικά είμαι σε κρίση πολιτικής ταυτότητας!!! Μετά τις καταλήψεις σε μένα, όπως και σε πολλά άλλα παιδιά από τη δική μας κατάληψη, υπάρχει μια τάση προς πιο ελευθεριακές, ας πούμε, αντιλήψεις. Αλλά είναι απλά μια τάση. Δε φτάνει στο επίπεδο του να μπορώ, ή ακόμη και να θέλω, να πω ότι ανήκω σ’ ένα συγκεκριμένο πολιτικό χώρο. Βασικά, δε θέλω να ταυτιστώ με τον συγκεκριμένο χώρο, αλλά τελοσπάντων...
Μια ερώτηση τώρα που πάνω-κάτω την έχεις απαντήσει: υπήρξες ποτέ οργανωμένη πολιτικά κάπου;
Ψ.: Όχι. Σκέτο όχι! Υπήρξε μια προσπάθεια να με ενσωματώσουν από την Α.Κ., αλλά τελικά δεν τα κατάφεραν!
Πάμε στο κομμάτι που αφορά την φοιτητική κατάσταση: πριν από τρία χρόνια πέρασες στη σχολή Επικοινωνίας και ΜΜΕ. Ήταν η σχολή της επιλογής σου, και αν ναι γιατί;
Ψ.: Ήταν πρώτη μου επιλογή. Τυπικά, το ενδιαφέρον για τη σχολή, σαν προοπτική ενασχόλησης με τη δημοσιογραφία και όχι γενικά με την «επικοινωνία», υπήρχε από την πρώτη λυκείου που μου είχε περάσει το μικρόβιο ο φιλόλογός μας. Μετά, λίγο από συνήθεια, μέχρι να συμπληρώσω το μηχανογραφικό είχα αυτό στο μυαλό μου αλλά θεωρούσα ότι δε θα περάσω. Σκεφτόμουν, βέβαια, και άλλες σχολές. Πέρασα, τελικά, στη σχολή χωρίς να έχω κάποια ιδιαίτερα θετική άποψη ούτε για τους δημοσιογράφους, ούτε για τα ΜΜΕ γενικότερα. Πιθανότατα, όταν ήμουν μικρότερη είχα στο κεφάλι μου μια αντίληψη για τη δημοσιογραφία ότι μπορείς να επηρεάσεις και θετικά και να μην γράφεις μόνο μαλακίες ή να είσαι κατευθυνόμενος, «δημοσιογράφος-γραμμιτζής» κοινώς, η οποία ατόνησε αρκετά στη συνέχεια. Έχω την εντύπωση ότι περισσότερο από τη συνήθεια να το δουλεύω συνεχώς στο μυαλό από την πρώτη λυκείου πήγα και δήλωσα αυτή τη σχολή. Ειδικά τώρα, δεν είμαι σίγουρη αν θέλω να ασχοληθώ με τη δημοσιογραφία ή με κάποιο άλλο τομέα.
Η επαφή σου με τη σχολή ποιά είναι; Πηγαίνεις π.χ. σε μαθήματα;
Ψ.: Π.Κ. ή Μ. Κ.; Προ καταλήψεων ή μετά καταλήψεων!!!;
Απάντησε και στα δύο...
Ψ.: Γενικά, δεν μπορώ να σου δώσω μια μόνο απάντηση. Πριν τις καταλήψεις ήμουν μια σχετικά επιμελής φοιτήτρια. Εντάξει, δεν πήγαινα κάθε μέρα στα μαθήματα αλλά μέσα στην εβδομάδα παρακολουθούσα τα μισά περίπου μαθήματα. Μετά τις καταλήψεις... έχω πάει στην άλλη «πάντα» και δεν πηγαίνω και τόσο στα μαθήματα.
Πάντως πριν τις καταλήψεις συμμετείχες στη «ζωή της σχολής», ήταν ένα κομμάτι της καθημερινότητάς σου...
Ψ.: Συμμετείχα στη «ζωή της σχολής» και είχα και αρκετές παρέες σ’ αυτή τη βάση. Κοίτα, ενώ στη σχολή μου υπάρχει μεγάλη δυσκολία να δημιουργηθεί φοιτητική κοινότητα γιατί τα κτίρια είναι διασκορπισμένα, ας πούμε πριν τις καταλήψεις δεν γνωρίζαμε τους συμφοιτητές μας από τα άλλα έτη, βρισκόμουν σε μια μεγάλη παρέα που πέρα από τη σχολή περιφερόμασταν όλη τη μέρα και στο κέντρο της Αθήνας. Με άξονα τη σχολή είχαν φτιαχτεί δηλαδή κάποιες σχέσεις.
Τουλάχιστον μέχρι να ξεκινήσουν οι καταλήψεις, πώς σου φαίνεται η σχολή και οι σπουδές σου; Είσαι ικανοποιημένη από την οργάνωση της σχολής ή από τα μαθήματα;
Ψ.: Δε θα ακολουθήσω την ακραία λογική ότι όλα είναι χάλια. Σίγουρα κάποια μαθήματα είναι πολύ γενικόλογα και νιώθεις ότι είναι άσχετα με αυτό που θέλεις να κάνεις, αν βέβαια έχεις αποφασίσει τι θέλεις να κάνεις. Απ’ την άλλη βέβαια αυτό μπορεί να είναι και καλό: γιατί μπαίνεις σε μια σχολή και, άσχετα από αυτό που είχες αρχικά στο μυαλό σου, σου προσφέρεται ένα πολύ ευρύ πεδίο. Δηλαδή μπορείς να ασχοληθείς από τους σουρρεαλιστές μέχρι τον Mc Luhan ή και εγώ δεν ξέρω με τι άλλο. Έχει ένα ενδιαφέρον... Νομίζω ότι κάτι άλλο πιο εξειδικευμένο θα ήταν, τουλάχιστον για μένα, πολύ πιο μονότονο. Θεωρώ ότι το γεγονός ότι υπάρχει ένα εύρος στο αντικείμενο σπουδών είναι κάτι θετικό. Από εκεί και πέρα, από την άποψη του εξοπλισμού και των εγκαταστάσεων η σχολή βρίσκεται κάτω απ’ το μηδέν. Εδώ και χρόνια υπάρχει έντονο κτιριακό πρόβλημα, στεγαζόμαστε σε μια πολυκατοικία όπου χρησιμοποιούμε κάποιες αίθουσες και όλοι οι υπόλοιποι χώροι είναι γραφεία. Είμαστε διασπασμένοι σε διάφορα κτίρια του κέντρου με βάση μια πολιτική που ακολουθείται εδώ και χρόνια από κάποιους καθηγητές, που λένε ότι «αποκεντρώνουμε» τα μαθήματα από το κτίριο της Καλαμιώτου έτσι ώστε να φαίνεται στα χαρτιά ότι δεν έχουμε κτίριο και κάποια στιγμή να μας παραχωρήσουν ένα! Έτσι εδώ και δεκαπέντε χρόνια είμαστε ο ένας από εδώ και ο άλλος από εκεί και οι φοιτητές διαφορετικών ετών δεν γνωρίζονται μεταξύ τους. Επίσης, απ’ τη στιγμή που σπουδάζεις media υποτίθεται θα πρέπει να υπάρχουν διάφορες εγκαταστάσεις που να είναι προσβάσιμες και διάφορα μαθήματα πρακτικού τύπου στα οποία θα αποκτήσεις επαφή με τον σχετικό εξοπλισμό. Στην ουσία ο εξοπλισμός που υπάρχει είναι κλειδωμένος σ’ ένα εργαστήριο και θα τον δεις μια φορά μόνο στο τάδε έτος που θα κάνεις μια συλλογική εργασία π.χ. για το δελτίο ειδήσεων. Και θα τον δεις μόνο τρείς μέρες... Από εκεί και πέρα τα κλασσικά: υπάρχουν κάποιοι υπολογιστές αλλά δεν υπάρχει πρόσβαση σ’ αυτούς όλη τη μέρα. Πρέπει να κοιτάς διαρκώς το πρόγραμμα για να δεις πότε θα είναι ανοιχτό το εργαστήριο και δεν θα έχει μάθημα για να μπορέσεις να χρησιμοποιήσεις κάποιον υπολογιστή –οι οποίοι είναι macintosh και αν δεν είσαι ήδη εξοικειωμένος δεν μπορείς να δουλέψεις. Πολλές φορές, δε, το εργαστήριο ή και ολόκληρο το κτίριο, κλείνει και νωρίτερα! Αυτά...
Θα ήθελα να μου περιγράψεις τι σχέσεις είχες με τους συμφοιτητές σου πριν ξεκινήσουν οι κινητοποιήσεις. Τι παρέες υπάρχουν ή τι συζητάτε π.χ. ;
Ψ.: Πριν τις καταλήψεις υπήρχε αυτό το κλίμα: πάω στη σχολή, όταν τελειώσει το μάθημα πάω για κανένα καφέ ή αργότερα για κανένα σινεμά και αν «ξεμείνω» στο κέντρο μπορεί να υπάρξει και βραδινή βόλτα. Όπως σου είπα υπήρχε μια μεγάλη παρέα, η οποία σταθεροποιήθηκε μέσα σε δύο χρόνια. Οι συζητήσεις κινούνταν γύρω από τη μουσική, σε μεγάλο βαθμό, και γύρω από το σινεμά, το θέατρο κλπ. Για πολιτικά ζητήματα συζητούσαμε ελάχιστα, οι συζητήσεις έμεναν στο επίπεδο του απλού σχολιασμού της επικαιρότητας, των δελτίων ειδήσεων και κάποιων άρθρων στις εφημερίδες. Δεν υπήρχε κανένα ιδιαίτερο πολιτικό «ψάξιμο» και πιθανόν αυτός να είναι και ο λόγος που αλλάξανε πολύ οι παρέες μετά τις καταλήψεις...
Αυτό ετοιμαζόμουν να σε ρωτήσω τώρα! Μέσα στις κινητοποιήσεις σίγουρα δημιουργούνται κάποιες σχέσεις και κάποιες παρέες. Οι παρέες που υπήρχαν πριν τις καταλήψεις κράτησαν μέσα στις κινητοποιήσεις ή φτιάχτηκαν εντελώς καινούριες παρέες;
Ψ.: Τουλάχιστον από την προσωπική μου εμπειρία, ειδικά στη δική μας σχολή οι παρέες που δημιουργήθηκαν μέσα στις καταλήψεις, όχι μόνο με άτομα μέσα από τη σχολή αλλά και με άτομα από άλλες σχολές που γνωρίσαμε κατά τη διάρκεια των κινητοποιήσεων, ήταν απόλυτα καινούριες. Μέσα σε ένα χρόνο δημιουργήθηκαν μέσω των καταλήψεων πολύ δεμένες παρέες, γνώριζες κόσμο με τον οποίο μοιραζόσουν ένα σημαντικό κομμάτι της καθημερινότητάς σου και του είχες εμπιστοσύνη... Από τη μέρα που πατήσαμε το πόδι μας στην κατάληψη υπήρξε ένας πυρήνας ανθρώπων που βρισκόταν συνέχεια εκεί, κάθε ημέρα. Αυτή η συμβίωση μέσα σε ένα χώρο και οι συντροφικές σχέσεις που δημιουργήθηκαν στο δρόμο, πολύ γρήγορα διέσπασαν κάποιες παρέες. Όταν κάποιοι από τους φίλους σου δεν ακολουθούν σε κάτι που εσύ το έχεις επιλέξει συνειδητά και το υποστηρίζεις, όταν λες ότι εγώ θα μείνω στην κατάληψη και δεν θα βγω να πάμε στα clubs, αναγκαστικά δημιουργείται μια απόσταση ως προς την επαφή. Προσπαθώ τώρα να κρατήσω κάποιες παρέες από πριν, αλλά όσοι συναντηθήκαμε μέσα στο κίνημα έχουμε πλέον «κολλήσει» και έχουμε δημιουργήσει πολύ έντονους δεσμούς εμπιστοσύνης.
Θεωρείς ότι έχεις πολύ ελεύθερο χρόνο; Πώς κατανέμεται αυτός ο χρόνος;
Ψ.: Ανάλογα την περίοδο... Δεν μπορώ να δώσω μια γενική απάντηση σ’ αυτό, γιατί μπορεί να υπάρχει μια περίοδος εργασιών, μαθημάτων που πρέπει να παρακολουθήσεις, εξετάσεων κλπ. που είσαι πιεσμένος χρονικά. Υπάρχουν όμως και περίοδοι που μπορείς να μην πατάς ιδιαίτερα στη σχολή και να κατανέμεις τον χρόνο σου σ’ άλλα πράγματα. Δηλαδή πλέον μπορεί να έχεις ένα πρόγραμμα του τύπου: την τάδε μέρα έχει πορεία, την τάδε μέρα έχει κάποιο μάζεμα ή μπορεί να αράζουμε στο στέκι. Πριν τις κινητοποιήσεις απλά μπορεί να υπήρχε κάποιο εξάμηνο που ήμουν πιεσμένη και κάποιο εξάμηνο που ήμουν χαλαρή. Γενικά δεν μπορώ να πω ότι όλη η χρονιά κυλάει με τον ίδιο τρόπο.
Θα ήθελα να μου περιγράψεις το κλίμα μέσα στη σχολή. Υπάρχει ανταγωνιστικό κλίμα γενικά; Ή υπάρχει ένα κλίμα συνεργασίας; Π.χ. ανταλλάσσετε σημειώσεις, συνεργάζεστε για να περάσετε μαθήματα;
Ψ.: Υπάρχει κάποιο κλίμα ανταγωνισμού, αλλά όχι στα πλαίσια των εξετάσεων. Εκεί ισχύει ό,τι και στις περισσότερες σχολές: αντιγραφή, σκονάκι, συνεργασία κλπ. Εντάξει δεν κάνουμε συλλογικό διάβασμα, υπάρχει όμως γενικά συνεργασία ανάλογα και με τη δυσκολία του μαθήματος. Γενικότερα, παρότι η σχολή μου είναι μια σχολή που πολλοί την επιλέγουν έχοντας στο μυαλό τους την καριέρα του δημοσιογράφου, οπότε τυπικά θα περίμενες να υπάρχει έντονος ανταγωνισμός μεταξύ των φοιτητών, δεν νομίζω ότι υπάρχει τόσο έντονο κλίμα ανταγωνισμού. Νομίζω ότι σ’ εμάς αυτό προκύπτει αργότερα, όταν βγαίνεις στην εργασία.
Δηλαδή, το κλίμα ανταγωνισμού εμφανίζεται στα τελευταία έτη ή εκτός σχολής στις διάφορες δουλειές;
Ψ.: Εννοώ ότι από τώρα ξέρεις ότι θα αντιμετωπίσεις τον ανταγωνισμό με τον διπλανό σου, που είναι συμφοιτητής σου και μπορεί να έχετε περάσει πολλά μαζί, στην αγορά εργασίας.
Να θέσω λίγο διαφορετικά την ερώτηση: αυτή η φιγούρα του καριερίστα υπάρχει στη σχολή σου και αν ναι σε ποιό βαθμό;
Ψ.: Υπάρχει σε έναν βαθμό αλλά δεν εμφανίζεται πολύ. Γιατί ο καριερίστας φοιτητής των ΕΜΜΕ δουλεύει ήδη κάπου οπότε δεν εμφανίζεται ιδιαίτερα στη σχολή. Π.χ. η τάδε παρουσιάστρια του Mad θα έρθει μια φορά στο μάθημα πουλώντας στυλάκι και θα εμφανιστεί ξανά μετά από τρείς μήνες στις εξετάσεις. Ο πυρήνας των ανθρώπων που έχουν επαφή με τη σχολή είναι 3-4 μεγάλες παρέες, μιας και είναι μια πολύ μικρή σχολή. Μέσα σ’ αυτούς υπάρχουν προφανώς κάποιες εξαιρέσεις, αλλά γενικά δε θα δεις τον καριερισμό στο επίπεδο του μαθήματος.
Πώς σου φαίνεται γενικά το σύστημα του πανεπιστημίου; Είναι ένα σύστημα «ίσων ευκαιριών»; Π.χ. υπάρχει «αξιοκρατία» στους βαθμούς και στις εξετάσεις;
Ψ.: Υπάρχουν διάφοροι έμμεσοι τρόποι, π.χ. μέσω γνωριμιών, κάποιοι φοιτητές να περνάνε μαθήματα ή να αναρριχώνται γενικά, ιδιαίτερα στα μεταπτυχιακά. Επίσης, ο τρόπος αξιολόγησης στις εξετάσεις μπορεί να ευνοεί συγκεκριμένους φοιτητές και να μην βοηθάει άλλους, από τη στιγμή που δεν σου δίνεται δυνατότητα επιλογής ας πούμε ανάμεσα σε προφορική εξέταση, γραπτή εξέταση ή εργασία. Πάντως, δεν ξέρω αν θα ήμουν ευχαριστημένη από το πανεπιστήμιο σε περίπτωση που υπήρχε «πλήρης αξιοκρατία» με κάποιο τρόπο.
Δηλαδή θεωρείς ότι «ίσες ευκαιρίες» δεν υπάρχουν γενικά;
Ψ.: Ίσες ευκαιρίες δεν υπάρχουν από τη στιγμή που δεν είναι ελεύθερη η πρόσβαση στο πανεπιστήμιο. Σ’ αυτό δεν έχει νόημα καμία αξιοκρατία. Γιατί μπορεί να περάσουν σ’ ένα συγκεκριμένο τμήμα π.χ. 250 άνθρωποι, αλλά εγώ δεν θεωρώ ότι, με το συγκεκριμένο σύστημα εξετάσεων που έχει επιλεγεί, οι συγκεκριμένοι άνθρωποι είναι οπωσδήποτε οι πιο κατάλληλοι για το συγκεκριμένο αντικείμενο ή ότι όσοι δεν κατάφεραν να περάσουν δεν αξίζουν. Απλά μια εξέταση ή ένα βιβλίο που θα καταφέρεις να παπαγαλίσεις δε λέει και πολλά πράγματα για το κατά πόσο έχεις κριτικό πνεύμα, για παράδειγμα. Δεν υπάρχει πάντως αξιοκρατικό σύστημα που θα με ικανοποιούσε. Γενικά, δε μου κάνει όλο αυτό με την αξιοκρατία: μπαίνουμε όλοι σ’ ένα παιχνίδι ανταγωνισμού και, με βάση τις ίσες ευκαιρίες, αλλά όχι τις ίδιες προϋποθέσεις που θα καθιστούσαν όλους μας ικανούς να τα καταφέρουμε, όποιος καταφέρει να ανέβει τα σκαλοπάτια είναι ο ικανός...
Πιστεύεις ότι είναι δίκαιο να υπάρχει χρονικό όριο στις σπουδές;
Ψ.: Πέραν του ότι σε πολλές σχολές είναι αντικειμενικά δύσκολο να τελειώσει κάποιος τις σπουδές του στα χρονικά όρια που θα έβαζαν με το νόμο, αν δεις το πανεπιστήμιο σαν κάτι που είναι καθαρά συνδεδεμένο με την αγορά εργασίας, και όχι ως μια περίοδο αναζήτησης για τον άνθρωπο, τότε καταλήγεις στο ότι πρέπει να υπάρχουν χρονικά όρια για να μπεις μετά στη διαδικασία εύρεσης εργασίας. Προσωπικά, δε βλέπω πάντως που επιβαρύνουν οικονομικά το πανεπιστήμιο οι αιώνιοι φοιτητές. Θεωρώ ότι το «πρόβλημα» που παρουσίασαν με τους αιώνιους φοιτητές ήταν εντελώς υπερβολικό, γιατί από ένα σημείο και μετά παύεις έτσι κι αλλιώς να έχεις τα φοιτητικά «προνόμια». Αυτό το καθεστώς των «αιώνιων» δεν ενοχλεί κανέναν και δίνει την ευκαιρία σε κάποιον που θέλει να ασχοληθεί ξανά με το αντικείμενο των σπουδών του να το κάνει, ακόμη και αν έχουν περάσει 5 ή 7 χρόνια. Δε βρίσκω κάποιο λόγο να υπάρχει χρονικό όριο και θεωρώ ότι το να έχεις μια ελευθερία κινήσεων και κατανομής του χρόνου σου στα φοιτητικά χρόνια είναι αυτό που διαφοροποιεί το πανεπιστήμιο απ’ το σχολείο. Δεν μπορεί να ακολουθείς ένα σκεπτικό ότι στα τόσα χρόνια θα τελειώσω, στην τάδε ηλικία θα έχω βρει δουλειά και στην τάδε ηλικία θα έχω κάνει οικογένεια. Είναι σα να βάζεις ένα πρόγραμμα για όλη σου τη ζωή απ’ τα δεκαοκτώ σου!
Θα ήθελα τώρα μια γνώμη για τους καθηγητές της σχολής. Πώς σου φαίνονται; Θεωρείς ότι θα έπρεπε να κρίνονται από τους φοιτητές; Αν ναι, με ποιό τρόπο;
Ψ.: Αρχικά, και εγώ και πολλοί συμφοιτητές μου, τους καθηγητές τους κρίναμε με τον ίδιο τρόπο που κρίναμε τους καθηγητές του σχολείου. Αυτό είναι σημαντικό, γιατί μπορεί να έχω μια άποψη για ένα καθηγητή χωρίς να γνωρίζω ότι έχει κάνει ένα αξιόλογο ερευνητικό έργο. Θεωρώ ότι μερικές φορές υπάρχει μια επιφανειακή κρίση απέναντι σε κάποιους καθηγητές. Από εκεί και πέρα, τουλάχιστον στη δική μου σχολή, έχουμε αρκετούς καθηγητές που πραγματικά δεν ξέρω πώς έγιναν καθηγητές! Από ανθρώπους που βγάζουν βιβλία που στηρίζονται σε δουλειές και τρέξιμο μεταπτυχιακών φοιτητών μέχρι ανθρώπους που είναι η αοριστολογία της αοριστολογίας: στις 15 λέξεις οι 10 είναι «νεωτερικότητα»!!! Εντάξει, υπάρχουν στη σχολή και καθηγητές πιο ανοιχτόμυαλοι, λιγότερο προσκολλημένοι στο πλήρως «ακαδημαϊκό έργο», που βλέπουν με διαφορετικό τρόπο τόσο την διδασκαλία όσο και την εξέταση, που μπορούν να ξεφύγουν απ’ το θέμα και να κάνουν μια πολύ καλή κουβέντα μέσα στο μάθημα. Ίσως, δεν είναι τυχαίο ότι ήταν αυτοί που μ’ έναν τρόπο στήριξαν τον αγώνα μας. Αρκετοί από αυτούς κινούνται κάπου πολιτικά, όχι όμως γενικά και αόριστα στην αριστερά, πρόσκεινται σε συγκεκριμένους χώρους. Μπορεί να μη στήριξαν αυτή καθ’ εαυτή την κατάληψη, αλλά μας στήριξαν με το λόγο τους και μέσα σε γενικές συνελεύσεις των καθηγητών του τμήματος και μέσω του τύπου.
Πρέπει να κρίνονται απ’ τους φοιτητές;
Ψ.: Δεν ξέρω, τι να σου πω... Δεν είναι κάτι που μπορείς να απαντήσεις απόλυτα. Έχω την αίσθηση ότι η απάντηση μου θα πρέπει να κινείται πάνω στα πλαίσια που έθεσε ο νόμος, δηλαδή το πώς αξιολογείται και ολόκληρο το τμήμα πέρα απ’ τους καθηγητές. Δεν ξέρω αν η αξιολόγηση από την πλευρά της φοιτητικής κοινότητας θα είχε τελικά μια θετική κατάληξη. Δηλαδή, θα μπορούσα ίσως να αξιολογήσω ποιοτικά κάποιο καθηγητή, αλλά δεν ξέρω αν θα ήθελα αυτό να φαίνεται κάπου ή να επηρεάζει μια σχολή...
Σ’ ενδιαφέρει να ασχοληθείς με το αντικείμενο των σπουδών ή όχι;
Ψ.: Με ενδιαφέρει αρχικά μέσω κάποιας πρακτικής να δω το αντικείμενο στην πράξη γιατί το να σπουδάζεις μέσα σε μια σχολή δεν έχει καμία σχέση με το να βρεθείς μέσα σε έναν εργασιακό χώρο. Δεν ξέρω κατά πόσο θα ασχοληθώ τελικά με τη δημοσιογραφία που ήταν και η αρχική επιλογή μου. Πάντως, αποκτώντας και κάποια τριβή με το αντικείμενο, δουλεύοντας σε κάποιο μέσο π.χ., ακόμη και αν σε απογοητεύουν πολλά πράγματα είναι πιθανότατα δύσκολο να αφήσεις κάτι που έχει μπει σε μια πορεία και να ψάχνεις πάλι από την αρχή. Οπότε νομίζω ότι, παρόλο που έχω μια κριτική ματιά απέναντι στα μέσα και στους δημοσιογράφους αλλά και απέναντι σ’ αυτό που ονομάζεται «αντικειμενική δημοσιογραφία» που θεωρώ ότι δεν υπάρχει, το πιθανότερο είναι να ασχοληθώ με το αντικείμενο.
Παρότι δεν έχεις μια σαφή εικόνα της αγοράς εργασίας, θεωρείς ότι υπάρχουν οι κατάλληλες προοπτικές για να ασχοληθείς με το αντικείμενο των σπουδών σου; Για παράδειγμα θεωρείς ότι βρίσκεσαι σε ένα κλάδο που έχει «μπουκώσει» από πλευράς προοπτικών ή όχι;
Ψ.: Κοίταξε, σαν κλάδος είναι σε κάποιο βαθμό κορεσμένος. Ένα μεγάλο μέρος της εργασίας, κυρίως οι «χαμαλοδουλειές», στηρίζεται σε «εναλλασσόμενους πρακτικάριους» –είναι αυτό το καθεστώς του μαθητευόμενου που μπορεί να ξεκινάει από ένα εξάμηνο και να φτάνει τον ενάμιση χρόνο πάντα με το σκεπτικό ότι «κάτσε στη δουλειά και κάποια στιγμή θα σε βάλουμε στο μισθολόγιο»! Θεωρώ ότι αν κάποιος ξεκινήσει έτσι, δηλαδή κονταίνοντας την αξιοπρέπειά του μ’ ένα τρόπο, μπορεί κάποια στιγμή να βρει δουλειά. Θέλω να πώ ότι τα πράγματα δεν είναι τόσο απόλυτα: ο κλάδος είναι εντελώς κορεσμένος, δεν θα βρεις ποτέ δουλειά, θα είσαι απλά ο επόμενος άνεργος. Απ’ την άλλη αν κοιτάξεις κάποιες έρευνες που έχουν γίνει από το Πάντειο, μόνο το ¼ των αποφοίτων ασχολείται με το αντικείμενο της σχολής. Προφανώς, αν βγαίνουν κάθε χρόνο 300 με 400 απόφοιτοι δημοσιογραφίας, είτε από το πανεπιστήμιο είτε από εργαστήρια ελεύθερων σπουδών, υπάρχει ζήτημα υπερπαραγωγής πτυχιούχων. Μιλώντας, πάντως, με ανθρώπους που ήδη δουλεύουν, πιστεύω ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα δεν είναι ότι δε θα βρεις δουλειά, αλλά ότι δεν έχεις μια δουλειά που να είναι μόνιμη και σταθερή. Μπορεί να έχεις τώρα δουλειά και αύριο να κλείσει ένα μέσο ή να λήξει η σύμβασή σου και να είσαι πάλι στο ψάξιμο. Αυτή η ανασφάλεια είναι το πιο επίφοβο για μένα...
Αυτό το καθεστώς που περιέγραψες με την πρακτική άσκηση, πόσο εκτεταμένο είναι;
Ψ.: Στη σχολή μας δεν υπάρχει υποχρεωτική πρακτική άσκηση στο τελευταίο εξάμηνο, αλλά αν υπήρχε και πάλι άμισθη θα ήταν!!! Η πρακτική άσκηση λειτουργεί μέσω των καθηγητών, οι οποίοι γνωρίζουν αυτό το καθεστώς της άμισθης εργασίας αλλά δεν κάνουν κάτι, πιθανόν να μην μπορούν κιόλας. Γενικότερα, δεν έχει υπάρξει κάποια συλλογική διεκδίκηση πάνω σ’ αυτό το ζήτημα. Έτσι η πλειοψηφία των φοιτητών είναι σε μια κατάσταση τρίμηνης ή εξάμηνης πρακτικής που είναι άμισθη, από τους δικούς μου γνωστούς π.χ. οι 2 στους 10 καταφέρνουν να μπουν από την αρχή στο μισθολόγιο. Πάντως, το φαινόμενο είναι πολύ έντονο, όχι μόνο στη δημοσιογραφία αλλά και στα υπόλοιπα αντικείμενα που σχετίζονται με τη σχολή.
Τελευταία ερώτηση για το δεύτερο μέρος: ποιό πιστεύεις ότι είναι το σημαντικότερο πρόβλημα στη φοιτητική σου ζωή αυτή τη στιγμή;
Ψ.: Το σημαντικότερο πρόβλημα; Τι λες τώρα... Σημαντικότερο πρόβλημα... Ίσως να μην είναι το σημαντικότερο, αλλά αυτό μου έρχεται αυτή τη στιγμή: ότι δεν μπορώ να αποφασίσω αν είμαι στο πανεπιστήμιο γιατί σπουδάζω κάτι που μ’ αρέσει ή γιατί σπουδάζω κάτι που θα μου χρησιμεύσει αργότερα στην αγορά εργασίας. Αυτό το χάος με αποπροσανατολίζει συνεχώς από τη στιγμή που μπήκα στη σχολή. Είμαι εδώ γιατί το γουστάρω ή για να έχω ένα χαρτί που θα με βοηθήσει να βρω δουλειά; Αυτό, και φυσικά η εργασιακή αβεβαιότητα για το τι θα κάνω μετά τη σχολή...
Πάμε τώρα στο τρίτο μέρος. Προτού συμμετάσχεις στις φοιτητικές κινητοποιήσεις είχες συμμετάσχει σε κάποιου άλλου είδους κινητοποίηση;
Ψ.: Με τον τρόπο και την ένταση που συμμετείχα στο φοιτητικό κίνημα, όχι. Δεν μένω κοντά στο κέντρο οπότε δεν είχα ιδιαίτερη επαφή με πράγματα που γίνονται στο κέντρο της μητρόπολης, εκδηλώσεις, πορείες και τα σχετικά. Μια πρώτη επαφή είχα με κάποια αντιπολεμικά συλλαλητήρια, αλλά ελάχιστα πράγματα. Πήγα και σε μια-δυο φοιτητικές πορείες που είχαν γίνει πριν από ένα χρόνο, αλλά σταμάτησα γιατί η όλη κινητοποίηση γινόταν μέσω της ΠΚΣ και δεν μου άρεσε. Αυτά...
Με το που ξεκινάει η συμμετοχή σου στις φοιτητικές κινητοποιήσεις, στην απόφασή σου να συμμετάσχεις σε επηρέασαν οι κινητοποιήσεις άλλων εποχών ή κινητοποιήσεις σε άλλα μέρη του κόσμου; Είχες στο μυαλό σου κάποιο παράδειγμα αγώνα που σε επηρέασε ώστε να συμμετάσχεις;
Ψ.: Όχι, δεν είχα έναν τέτοιο «μπούσουλα». Απλώς, είμαι γενικά υπέρ της άποψης ότι ένας συλλογικός αγώνας μπορεί να φέρει κάποια αποτελέσματα, ακόμη και αν δεν είναι άμεσα μπορεί να εμφανιστούν μακροπρόθεσμα. Η συλλογικότητα που φτιάχνεται, το γεγονός ότι μαζί με άλλους ανθρώπους μπορείς να κάνεις από κοινού πράγματα και μέσα από αυτό αρχίζεις να «ψάχνεσαι» πολιτικά, είναι ένας λόγος που με επηρέασε να αρχίσω να συμμετάσχω. Όμως, δεν μπορώ να πω ότι είχα στο μυαλό μου ένα συγκεκριμένο παράδειγμα, π.χ. τον Μάη του ’68 ή το Πολυτεχνείο του ’73. Υπήρξε, βέβαια, ένα μικρό διάστημα πριν τις καταλήψεις όπου ήμουν στη φάση ότι «όλα είναι μάταια»...
Ας εξειδικεύσω λίγο την ερώτηση: φοιτητικές κινητοποιήσεις, και όχι μόνο, υπάρχουν και την περίοδο ’98-’99 με το διαγωνισμό του ΑΣΕΠ και το νόμο Αρσένη. Είχες υπόψη σου αυτές τις κινητοποιήσεις; Σε επηρέασαν ή όχι;
Ψ.: Δεν μπορώ να πω ότι με επηρέασαν αυτές οι κινητοποιήσεις. Ήξερα ότι είχαν συμβεί, αλλά λόγω ηλικίας δεν είχα ασχοληθεί, δεν είχα ψάξει το τι είχε συμβεί. Οπότε δε με επηρέασαν.
Μια γενική ερώτηση τώρα: θέλω να μου περιγράψεις τον τρόπο με τον οποίο συμμετείχες στις κινητοποιήσεις με βάση το τρίπτυχο συνελεύσεις-καταλήψεις-πορείες. Πήγαινες στις συνελεύσεις και τις πορείες, συμμετείχες στην κατάληψη;
Ψ.: Από την πρώτη στιγμή που ξεκίνησε η κινητοποίηση στη σχολή ήμουν μέσα στην κατάληψη και μάλιστα για πολλές ώρες, συμμετείχα στον πυρήνα των ανθρώπων που ουσιαστικά στήριξαν την κατάληψη, και κατέβηκα σχεδόν σε όλες τις πορείες. Συμμετείχα σε όλες τις συνελεύσεις και στις συνελεύσεις της κατάληψης που για ένα μεγάλο διάστημα γίνονταν σε καθημερινή βάση. Σε όλο αυτό το διάστημα το μόνο που άλλαξε όσον αφορά τη συμμετοχή μου είναι ότι σιγά-σιγά, και κυρίως στο δεύτερο γύρο των κινητοποιήσεων, συμμετείχα πιο ενεργά. Ενώ το καλοκαίρι όσοι δεν είχαμε ασχοληθεί ξανά με τέτοιες διαδικασίες ήμασταν εκεί με την παρουσία μας αλλά συνήθως δεν λέγαμε την άποψή μας, ήμασταν λιγάκι θεατές στον πρώτο μήνα της κατάληψης, στο δεύτερο γύρο άρχισα να καταλαβαίνω περισσότερα πράγματα και να μιλάω. Στη συνέλευση κατάληψης συνεχώς και στη γενική συνέλευση με λίγο μεγαλύτερη δυσκολία στην αρχή... Δηλαδή, στη δεύτερη φάση, ας πούμε, ήμουν και ανάμεσα στα άτομα που θα φτιάχναμε το κείμενο πρότασης της συνέλευσης κατάληψης για τη γενική συνέλευση.
Οι κινητοποιήσεις ξεκινούν με αφορμή το νόμο-πλαίσιο. Έχεις διαβάσει το νόμο-πλαίσιο; Γιατί πιστεύεις ότι δεν έπρεπε να περάσει;
Ψ.: Εντάξει, ολόκληρο τον νόμο δεν τον έχω διαβάσει! Γνώριζα τους βασικούς άξονες των πραγμάτων που ήθελαν να περάσουν. Αν το δούμε σ’ ένα πιο γενικό πλαίσιο, ήταν ολόκληρο το σκεπτικό του νόμου προβληματικό: η εντατικοποίηση που εισήγαγαν στις σπουδές και στη ζωή του φοιτητή, το γεγονός ότι σου όριζαν αυτοί ένα χρονικό πλαίσιο μέσα στο οποίο πρέπει να έχεις τελειώσει, οι πιστωτικές μονάδες, το ότι αν χάνονταν δύο εβδομάδες από τις ώρες διδασκαλίας τότε θα χανόταν όλο το εξάμηνο. Έπαιζε αρκετά μια διάθεση εκδίκησης απέναντι στις φοιτητικές κινητοποιήσεις γενικότερα, γιατί θεωρείται ότι οι καταλήψεις γίνονται εύκολα στην Ελλάδα. Επίσης, υπήρχε προφανώς το άσυλο: πέραν του ότι αποκόπτεται από κάθε προοπτική κοινωνικού ασύλου και όχι απλά ακαδημαϊκού ασύλου,  ήταν εμφανές ότι προσπαθούσαν να μειώσουν την δυνατότητα να γίνονται πράγματα μέσα στο πανεπιστήμιο. Νομίζω ότι οι αλλαγές για το άσυλο δε θα χτυπούσαν τόσο τις όποιες ας πούμε «εξεγερσιακές πρακτικές» ή «μπάχαλα», δε θεωρώ ότι ήταν αυτός ο στόχος... Η άρση του ασύλου, και ο τρόπος με τον οποίο θα γινόταν, μαζί με όλα τα υπόλοιπα είχαν σαν στόχο να προλάβουν οποιεσδήποτε κινητοποιήσεις-καταλήψεις και οτιδήποτε διαφορετικό μπορεί να γίνει μέσα στο πανεπιστήμιο. Δηλαδή, προσπαθούσαν να πουν ότι ήρθε η ώρα να «μαζέψουμε» ένα χώρο σχετικά ελεύθερο όπου μπορούν να γίνονται ζυμώσεις. Υπήρχε ακόμη και το ζήτημα της αξιολόγησης, αλλά αυτό είχε περάσει από πριν.
Απ’ όλα τα παραπάνω υπήρξε κάτι που ξεχώρισε στην αρχή των κινητοποιήσεων; Υπήρξε, δηλαδή, κάτι από το νόμο-πλαίσιο που όταν το έμαθες σου έκανε πολύ αίσθηση και σε ώθησε να κινητοποιηθείς, είτε εσένα προσωπικά είτε τους υπόλοιπους συμφοιτητές σου;
Ψ.: Ειδικά στην αρχή δεν μπορώ να πω ότι επικέντρωσα το ενδιαφέρον μου και την αντίδρασή μου σε κάτι συγκεκριμένο. Γιατί όταν πρωτομπήκα στην κατάληψη το ζήτημα του ορίου σπουδών με το 2ν π.χ. δε με έβρισκε και τόσο ενάντια: σ’ εκείνη την φάση έκανα την απλοϊκή σκέψη, έχοντας μια εικόνα ότι η σχολή μου είναι γενικά εύκολη, ότι εντάξει δεν μπορεί να χρειάζεσαι δέκα χρόνια για να τελειώσεις μια τέτοια σχολή. Μου είχε τραβήξει την προσοχή το ζήτημα με το άσυλο, αλλά από το γενικό πλαίσιο των διατάξεων που θέλουν να περάσουν στα πανεπιστήμια ξεχώριζε κάπως το θέμα της λειτουργίας του πανεπιστημίου. Το γεγονός ότι θα υπάρχουν κάποιοι managers που θα διαχειρίζονται τα οικονομικά και τις χρηματοδοτήσεις του κάθε τμήματος και κάθε τμήμα θα χρηματοδοτείται ανάλογα με το έργο του. Ποιό έργο όμως; Στη δική μας τη σχολή π.χ. υπάρχουν μαθήματα και ολόκληρος ερευνητικός τομέας που έχει να κάνει με την πολιτιστική κληρονομιά. Ποιός θα ρίξει λεφτά σ’ ένα τομέα για να ασχοληθούν κάποιες καθηγήτριες με αναλύσεις για το τάδε ρεύμα στον κινηματογράφο; Σίγουρα, αυτό που τρόμαζε αρκετούς από εμάς είναι το γεγονός ότι το πώς θα χρηματοδοτείται το πανεπιστήμιο από το κράτος και τις επιχειρήσεις και ποιά τμήματα θα χρηματοδοτούνται θα οδηγήσει σε κατευθυνόμενη έρευνα και παραγωγή κατευθυνόμενης γνώσης. Ή ότι, σιγά-σιγά, θα αποκλείονταν κάποια γνωστικά αντικείμενα. Ήδη στη σχολή μου δίνεται περισσότερη βάση σε τομείς που έχουν να κάνουν με την τεχνολογία και την έρευνα της επικοινωνίας, ενώ προσπαθούν να κόψουν μαθήματα ευρύτερου ενδιαφέροντος, όπως η γλωσσολογία ή η ιστορία της τέχνης.
Μέσα στις γενικές συνελεύσεις αναδεικνυόταν κάποιο ζήτημα περισσότερο ή όχι;
Ψ.: Αναδεικνυόταν λίγο περισσότερο το ζήτημα με το χρονικό όριο σπουδών και το ζήτημα του ασύλου, και αργότερα το άρθρο 16. Από ένα σημείο και μετά υπήρχαν και σ’ εμάς τα γνωστά «τρία όχι»: όχι στο νόμο πλαίσιο, όχι στην κατάργηση του ασύλου, όχι στην αλλαγή του άρθρου 16. Απλώς, στη δική μας σχολή σε σχέση με τις κινητοποιήσεις έπαιζε πάρα πολύ το ζήτημα της καταστολής και της αλληλεγγύης, κάτι που δεν γινόταν σ’ αυτό το βαθμό σε άλλες γενικές συνελεύσεις.
Τι σημαίνει για σένα «δημόσια και δωρεάν παιδεία»; Υπάρχει κατά τη γνώμη σου; Εσύ πάλευες για «δημόσια και δωρεάν παιδεία;
Ψ.: Εντάξει, προφανώς δημόσια και δωρεάν παιδεία δεν υπάρχει ουσιαστικά. Δεν νομίζω ότι πάλευα για να περισώσω κάτι τέτοιο, γιατί και αυτό που υπήρχε μέχρι τώρα δεν ήταν ακριβώς δημόσια και δωρεάν παιδεία. Όταν μια οικογένεια έχει πληρώσει τα μαλλιοκέφαλά της για να μπεις στο πανεπιστήμιο, όταν σε πολλές σχολές υπάρχουν φοιτητές που εξακολουθούν να κάνουν φροντιστήρια για να περάσουν μαθήματα, όταν σε πολλά μεταπτυχιακά υπάρχουν δίδακτρα δεν θεωρώ πως υπάρχει δωρεάν παιδεία. Αυτό που λέω δεν σημαίνει ότι τα πράγματα έπρεπε να αλλάξουν προς την κατεύθυνση που επεδίωκε το υπουργείο. Δηλαδή, υπήρχε ήδη πρόβλημα και αυτό θα χειροτέρευε από τη στιγμή που θα έπεφτε επιπλέον οικονομικό βάρος στον κάθε φοιτητή π.χ. με τα συγγράμματα. Από εκεί και πέρα υπάρχει το θέμα με τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, γιατί αποκλείοντας πολύ κόσμο απ’ το δημόσιο πανεπιστήμιο με τη «βάση του 10» στις πανελλήνιες αναγκαστικά όλος αυτός ο κόσμος διοχετεύεται σε παραρτήματα ξένων πανεπιστημίων, κολλέγια κλπ. Επομένως, δεν μπορώ να το δω ξεκομμένα γιατί δικαίωμα στην παιδεία έχουν τυπικά όλοι αλλά κάποιοι θα αναγκαστούν τελικά να πληρώσουν. Αντίστοιχα, βάζοντας δίδακτρα στα δημόσια πανεπιστήμια σίγουρα θα χτυπιόταν περισσότερο ο δημόσιος χαρακτήρας του πανεπιστημίου, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι και τώρα τα πράγματα είναι εντάξει.
Οπότε το πρόβλημα με τα ιδιωτικά πανεπιστήμια ποιό είναι ακριβώς κατά τη γνώμη σου;
Ψ.: Καταρχάς, αυτό που σου είπα: ότι ουσιαστικά πολλοί θα αναγκαστούν να πάνε σε κάποιο ιδιωτικό πανεπιστήμιο και θα πληρώσει για να πάρει ένα πολύ «περιορισμένο» πτυχίο σε ένα αρκετά εξειδικευμένο αντικείμενο. Από εκεί και πέρα όλη αυτή κίνηση θα πίεζε τα δημόσια πανεπιστήμια να μπούνε σε μια τέτοια λογική και από οικονομική άποψη και από την άποψη της πιο στενής σύνδεσης με την αγορά εργασίας.
Ποιά είναι η γνώμη σου για το άσυλο; Πρέπει να καταργηθεί;
Ψ.: Προφανώς, δεν έχω τη γνώμη ότι πρέπει να καταργηθεί! Εμείς στα ΕΜΜΕ το υπερασπιστήκαμε πολύ με τη λογική ότι θέλουμε κοινωνικό άσυλο, το οποίο ακούγεται, βέβαια, κάπως ασαφές. Με το νόμο υπήρχε πρόβλημα γιατί θα μπορούσε να αρθεί το άσυλο μέσω πρυτανικών συμβουλίων πιο εύκολα απ’ ότι σήμερα, αφού θα έβγαινε εκτός των αποφάσεων ο παράγοντας των φοιτητών που κυρίως δημιουργούσε το «πρόβλημα», και γιατί ήταν εξαιρετικά ασαφές το ποιοί χώροι θεωρούνται ότι βρίσκονται εντός του ασύλου και ποιοί όχι. Αν το δούμε γενικότερα, ο τρόπος με τον οποίο προπαγάνδιζαν την κατάργηση του ασύλου βασιζόταν στο ότι το πανεπιστήμιο έχει εξελιχθεί σε χώρο που ανθεί η βία και η αναρχία, και εγώ δεν ξέρω τι άλλο!!! Όπως σου είπα και πριν, δε θεωρώ πως είναι αυτό το πρόβλημά τους όσο το γεγονός ότι τα πανεπιστήμια παραμένουν ένα κύτταρο όπου δημιουργούνται πολιτικές ζυμώσεις και γίνονται πράγματα, ακόμη και η ύπαρξη όλων αυτών των αριστερών παρατάξεων με τις οποίες εγώ διαφωνώ δείχνει κάτι τέτοιο. Είναι, ίσως, ο τελευταίος χώρος που σου έχει μείνει για πιο ριζοσπαστικούς τρόπους κινητοποίησης, όπως π.χ. οι καταλήψεις. Με την άρση του ασύλου θα μπορούσαν να χτυπήσουν και μια απεργία όχι μόνο μια κατάληψη –υπήρχε ένα σημείο του νόμου ότι, πέρα από το ακαδημαϊκό έργο, αν παρακωλύεις την εργασία αυτό θεωρείται καταπάτηση του ασύλου! Νομίζω ότι η κατάργηση του ασύλου στοχεύει στους κοινωνικούς αγώνες. Το είδαμε και φέτος, κατά τη διάρκεια του φοιτητικού κινήματος, ότι το άσυλο το χρειάζεσαι στην πράξη όταν βρίσκεσαι σε μια κινηματική περίοδο. Αν δεν υπήρχε θα είχες συνεχώς πάνω απ’ το κεφάλι σου την τρομοκρατία ότι «εδώ δεν είναι ο χώρος σου»...
Θέλω τώρα να μου πεις πώς παίρνονταν οι αποφάσεις για κατάληψη στις γενικές συνελεύσεις και ποιά ζητήματα έμπαιναν στις συνελεύσεις.
Ψ.: Σ’ εμάς επειδή δεν υπήρχαν ουσιαστικά οργανωμένες παρατάξεις, πέραν της ΠΚΣ και της ΔΑΠ, το πράγμα ξεκίνησε από την αρχή με όλο τον κόσμο να συσπειρώνεται σε αυτό που ονομαζόταν «πρωτοβουλία φοιτητών» και έκανε την αρχική πρόταση για κινητοποιήσεις. Οπότε σε όλη τη διάρκεια του φοιτητικού κινήματος, και στην πρώτη και στην δεύτερη φάση, λειτουργούσαμε όλοι μαζί. Ακόμη και μέσα στη συνέλευση κατάληψης που αποφασίζαμε το πλαίσιο για τη γενική συνέλευση, ένα-δυό άτομα που ανήκαν στα ΕΑΑΚ ή στο ΔΙΚΤΥΟ δεν λειτουργούσαν βάζοντας τη γραμμή της παράταξής τους –εντάξει, δεν είχαν και τη δύναμη να το κάνουν γιατί αν την είχαν κάλλιστα θα το έκαναν. Τελοσπάντων, σ’ εμάς η συνέλευση κατάληψης λειτούργησε εκτός παραταξιακών λογικών, από ανθρώπους που δεν είχαν εμπειρία στο να κάτσουν να γράψουν μια τοποθέτηση ή ένα ψήφισμα για τη συνέλευση. Στις γενικές συνελεύσεις κατεβαίναμε με μια πρόταση για κατάληψη που συνδιαμορφωνόταν στη συνέλευση κατάληψης η οποία ήταν γενικά ανοιχτή. Δεν είχε πρόσβαση τις περισσότερες φορές η ΠΚΣ για τον απλό λόγο ότι αν θέλεις να υπερασπιστείς τον αμεσοδημοκρατικό τρόπο λήψης μιας απόφασης αυτό δεν γίνεται όταν η ΠΚΣ έρχεται μόνο για να υπερασπιστεί τη γραμμή της...
Μισό λεπτό, δεν έρχονταν από μόνοι τους στη συνέλευση κατάληψης ή δεν τους αφήνατε;
Ψ.: Κάποιες φορές που ήρθανε και προσπάθησαν να περάσουν την γραμμή τους γινόταν «μπάχαλο»! Εν πάσει περιπτώσει, επιμέναμε και η άποψή τους δεν περνούσε. Αυτό μπορεί να φαινόταν σε ορισμένους κάπως ότι «ποιοί είσαστε εσείς που θα μας διώξετε έξω από μια διαδικασία», αλλά δεν χωρούσε η ΠΚΣ σε μια διαδικασία με τον αμεσοδημοκρατικό χαρακτήρα που θέλαμε εμείς. Η ΠΚΣ είναι η μόνη παράταξη με κάποια δύναμη στη σχολή, όμως μέσα σε διάστημα ενός χρόνου δεν είχε «σταυρώσει» πλαίσιο μέσα στη γενική συνέλευση. Οπότε, προσπαθούσαν σε κάποιες περιπτώσεις να περάσουν ότι μπορούσαν μέσα από τη συνέλευση κατάληψης. Τις δυο-τρείς φορές που ήρθαν υπήρχε τόση ένταση που δεν μπορούσαμε να συνδιαμορφώσουμε τίποτα, οπότε σχεδόν αποβλήθηκαν από τη διαδικασία.
Αυτό που σας κάνει να πείτε ότι «αυτοί οι τύποι δεν χωράνε στη συνέλευση κατάληψης» είναι το γεγονός ότι έρχονταν εκεί με μία «έτοιμη» γραμμή ή το γεγονός ότι υπήρχε διαφωνία στον τρόπο με τον οποίο θα παίρνατε την απόφαση; Π.χ. εσείς είχατε μια λογική ότι πρέπει να επιδιωχθεί ομοφωνία ενώ αυτοί είχαν μια «κοινοβουλευτική» λογική;
Ψ.: Προφανώς, είχαν μια τέτοια λογική αλλά δεν μπόρεσαν καν να προτάξουν έναν τέτοιο τρόπο να ληφθεί η απόφαση στη συνέλευση κατάληψης. Δεν είχαν την αριθμητική δύναμη να το κάνουν. Η προσπάθειά τους ήταν να περάσουν μια γραμμή. Έρχονταν προετοιμασμένοι και συσπειρωμένοι και δεν μιλούσαν ως άτομα όπως οι υπόλοιποι. Όταν π.χ. ερχόταν στη συνέλευση κατάληψης ο Κνίτης και έλεγε «μιλάω ως άτομο» ενώ την ίδια στιγμή είχε μπροστά του το πλαίσιο της ΠΚΣ και προσπαθούσε να το περάσει σημείο-σημείο, καταλαβαίνεις ότι υπήρχε πρόβλημα... Ακόμη και σε προτάσεις για τις κινητοποιήσεις ερχόμασταν σε ρήξη, γιατί δεν γίνεται να λέμε ότι στα ΕΜΜΕ δε λειτουργούμε παραταξιακά και να προσπαθεί ο άλλος να περάσει στο πλαίσιο της συνέλευσης ότι θα πάμε στην κινητοποίηση που κάνει το ΠΑΜΕ στο υπουργείο! Υπήρχαν ζητήματα και με το τι θα γραφτεί μέσα στο πλαίσιο ως προς τα αιτήματα, γιατί εμείς είχαμε ένα πλαίσιο κάπως minimum, δεν ήμασταν μια κατάληψη με το συνηθισμένο πλαίσιο που έχει ένα κάρο αιτήματα.
Συμμετείχαν οι Κνίτες στην καθημερινότητα της κατάληψης ή όχι;
Ψ.: Στην πρώτη φάση δεν έρχονταν καθόλου γιατί γενικά η ΠΚΣ προσπάθησε να μπει στα πράγματα προς το τέλος των κινητοποιήσεων, αρχικά μάλιστα ήταν ενάντια στις καταλήψεις. Στη δεύτερη φάση, που ήταν πολύ μέσα στο παιχνίδι και η ΠΚΣ και τα ΕΑΑΚ, αρχικά πρότειναν κατάληψη προβάλλοντας διαφορετικό πλαίσιο. Όταν κατάλαβαν ότι έτσι δεν μπορούσαν να πάρουν γενική συνέλευση, οπότε η τακτική του να υπάρχουν δύο ξεχωριστά πλαίσια στη συνέλευση στρεφόταν εναντίον τους, άρχισαν να συμμετέχουν κάπως στην κατάληψη. Η παρουσία τους ήταν πολύ χλιαρή, έρχονταν ορισμένοι απ’ την ΠΚΣ και κάθονταν για ελάχιστη ώρα μόνο και μόνο για να δείξουν ότι «στηρίζουμε και εμείς την κατάληψη». Η συμμετοχή τους στα πράγματα που κάναμε ως κατάληψη ήταν ανύπαρκτη, π.χ. δεν είχαν έρθει ούτε σε πορείες που είχαμε κάνει σε διάφορες γειτονιές, ούτε σε ανοιχτές εκδηλώσεις με μικροφωνική. Βασικά, ήταν ξένο σώμα στην κατάληψη! Ένας άλλος λόγος που δεν έρχονταν στην κατάληψη ήταν ότι δεν γινόταν να έχουν πρόσβαση στους χώρους εστίασης των καταληψιών: υπήρχε μια βασική αίθουσα που κοιμόμασταν και ήταν δίπλα στο στέκι, οπότε δεν έρχονταν λόγω του στεκιού. Γιατί ο Κνίτης δε δέχεται να πατήσει το πόδι του στο στέκι!!!
Πάμε λίγο στις συνελεύσεις: πότε ξεκίνησες να μιλάς στις συνελεύσεις; Πιο πριν για ποίο λόγο δεν μιλούσες;
Ψ.: Δε θυμάμαι πότε ακριβώς ξεκίνησα να μιλάω, αλλά ήταν σίγουρα στη δεύτερη φάση των κινητοποιήσεων. Βέβαια, δεν ήμουν το άτομο που μιλούσα σε κάθε συνέλευση, υπό την έννοια του να κάνω ολόκληρη τοποθέτηση, συμμετείχα όμως σχεδόν πάντοτε σε έντονες διαφωνίες που υπήρχαν. Δεν έκανα τοποθέτηση μέχρι κάποια φάση γιατί υπήρχε σε ένα βαθμό και στη δική μας σχολή, όσο και αν προσπαθήσαμε να το ξεπεράσουμε, αυτή η αντίληψη ότι στις συνελεύσεις μιλάνε οι ειδικοί των παρατάξεων που έχουν ασχοληθεί με τα πολιτικά ζητήματα και ξέρουν τι να πούνε. Αυτό είναι κάτι που «κομπλάρει» έναν φοιτητή που δεν έχει ασχοληθεί ξανά με κινητοποιήσεις. Ένας άλλος λόγος ήταν το ζήτημα της δυσκολίας του να εκφράσω προφορικά κάποια πράγματα και να έχω έναν ειρμό μπροστά σε ένα ακροατήριο. Από ένα σημείο και μετά, όταν πλέον συμμετέχεις ενεργά στις συνελεύσεις της κατάληψης και συνδιαμορφώνεις την πρόταση, άρχισα να αισθάνομαι έντονα την ανάγκη να υπερασπιστώ αυτά που είχα στο κεφάλι μου αλλά και αυτό που λέγαμε στα ΕΜΜΕ ότι πρέπει να σπάσει η λογική των ειδικών. Ξέραμε μεν ότι η γενική συνέλευση δεν μπορεί να είναι μια αμεσοδημοκρατική διαδικασία, από τη στιγμή που υπάρχουν διαφορετικά συμφέροντα ανάμεσα στις διάφορες παρατάξεις, αλλά επιμέναμε ότι τουλάχιστον πρέπει να σπάσει η διαδικασία ότι μιλάνε μόνο τα «κεφάλια» και όλοι οι υπόλοιποι απλά ακούνε και σηκώνονται να ψηφίσουν. Επειδή αυτό το υπερασπιζόμασταν όλοι, θεώρησα ότι πρέπει κάποια στιγμή να αρχίσω να μιλάω. Αυτό τώρα μπορεί να αφορούσε συγκεκριμένα σημεία του νόμου ή πράγματα που είχαν να κάνουν με τις πορείες, τον τρόπο δράσης, γεγονότα που είχαν συμβεί την εβδομάδα που πέρασε –όλα αυτά είχαμε αρχίσει να τα αντιλαμβανόμαστε πολύ καλά και όσοι δεν είχαμε κάποια προηγούμενη εμπειρία.
Δηλαδή, η συμμετοχή σου στην συνέλευση κατάληψης είναι αυτό που σε ωθεί να μιλήσεις;
Ψ.: Ναι, με βοήθησε πολύ. Καταρχάς, στο να «τριφτώ» με τη διαδικασία να παίρνω το λόγο για να τοποθετηθώ. Από εκεί και πέρα στο να συνειδητοποιήσω ότι είναι επιτακτική ανάγκη να συμμετέχουμε στον αγώνα ισότιμα και σε όλα του τα μέρη. Δηλαδή, και στην πορεία και στην κατάληψη και στη συνέλευση. Νομίζω ότι ο καθένας πρέπει να συμμετέχει στον ίδιο βαθμό, από τον καθαρισμό του κατειλημμένου κτιρίου μέχρι το πως θα γραφτεί η πρόταση για την κατάληψη και πως θα την υπερασπιστούμε στη γενική συνέλευση. Δεν είσαι ψηφοφόρος, αλλά συμμέτοχος!
Πώς σου φάνηκαν γενικά οι πολιτικές διαδικασίες του κινήματος; Θεωρείς ότι ήταν «φιλικές» απέναντι σε κάποιον που δεν έχει εμπειρία ώστε να συμμετάσχει; Υπήρχε π.χ. μια στοιχειώδης άμεση δημοκρατία; Γινόταν ουσιαστική κουβέντα μέσα στις διαδικασίες;
Ψ.: Να ξεκινήσω από τη γενική συνέλευση. Στη γενική συνέλευση της σχολής μας, και λόγω του ότι είμαστε ένας μικρός σύλλογος αριθμητικά και λόγω του ότι έγινε μια προσπάθεια να μιλάει κόσμος που δεν άνηκε σε παρατάξεις, ήταν εύκολο να πάρει κάποιος το λόγο. Δεν είχαμε όλο αυτό το πλαίσιο με το προεδρείο και τα σχετικά γραφειοκρατικά οπότε μπορούσες να εύκολα μιλήσεις. Ως γενική συνέλευση είχαμε κάποια πλεονεκτήματα σε σχέση με μεγάλους συλλόγους, π.χ. με τη συνέλευση της ΑΣΟΕΕ όπου μιλούσαν όλοι από τις παρατάξεις και στο τέλος, αν προλάβαιναν, μπορούσαν να μιλήσουν οι «ανεξάρτητοι»...
Επειδή το έχω ακούσει και από άλλους, θέλω να μου διευκρινίσεις, αν ξέρεις, το εξής: το γεγονός ότι έπρεπε να μιλάνε οι εκπρόσωποι ήταν υποχρεωτικό; Δηλαδή υπήρχε διορισμένο προεδρείο που έλεγε ότι όποιος έρθει να δηλώσει το όνομά του πρέπει να είναι από παράταξη;
Ψ.: Δε συνέβαινε σε όλες τις σχολές το ίδιο, έχει να κάνει αρχικά με το καταστατικό κάθε σχολής. Εμείς δεν έχουμε καταστατικό, όποτε είχαμε μια ελευθερία να κάνουμε αυτό που μας άρεσε!!! Σε πολλές σχολές, ιδίως στις μεγάλες, και λόγω του ότι η διαδικασία τραβούσε περισσότερο χρονικά, υπήρχε ένα προεδρείο που αποτελούταν από άτομα των παρατάξεων συνήθως, μετά δήλωναν οι εκπρόσωποι των παρατάξεων το όνομά τους για να μιλήσουν και υπήρχε η δυνατότητα να μιλήσει στο τέλος κάποιος ανεξάρτητος αν όμως το δήλωνε από την αρχή. Εμείς λειτουργούσαμε διαφορετικά, μπορεί να λέγαμε ότι θα μιλήσουν ανεξάρτητα άτομα στην αρχή και οι παρατάξεις στο τέλος. Όποιος ήθελε σήκωνε το χέρι του και μιλούσε...
Ουσιαστική κουβέντα γινόταν μέσα στις συνελεύσεις;
Ψ.: Σε κάποιες συνελεύσεις γινόταν ουσιαστική κουβέντα. Πάντως, δε γινόταν σίγουρα ουσιαστική κουβέντα όταν αντιπαρατίθονταν π.χ. οι Κνίτες με τους φοιτητές από το ΔΙΚΤΥΟ, απλά ο ένας την έλεγε στον άλλο. Στη δική μας τη συνέλευση ακούγονταν κάποια πράγματα που σε άλλους συλλόγους δεν τα ακούγαμε. Εγώ είχα πάει και σε κάποιες συνελεύσεις στο Πάντειο και στην ΑΣΟΕΕ και εκεί δεν υπήρχε η δυνατότητα να γίνει συζήτηση. Σε ένα μεγάλο αμφιθέατρο που οι εκπρόσωποι κοιτάνε να μετρήσουν «κουκιά» δεν υπάρχει η δυνατότητα κάποιος ακούγοντας κάτι να ανέβει και να απαντήσει ή να πει την άποψή του. Σε εμάς, αν ακουγόταν μέσα στη συνέλευση κάποια βλακεία ή κάτι που μπορεί ένας φοιτητής να το θεωρούσε ακραίο, μπορούσε ο καθένας να βγει και να μιλήσει. Ακόμη και άτομα που ήταν ενάντια στην κατάληψη, οι οποίοι στο τέλος των κινητοποιήσεων έφτιαξαν μια «πρωτοβουλία αντικατάληψης» από ανεξάρτητους και καλά φοιτητές, έλεγαν τη γνώμη τους στη συνέλευση... Όσο για τη συνέλευση κατάληψης, από την άποψη της ποιότητας της διαδικασίας, θα διέκρινα την πρώτη φάση των κινητοποιήσεων από τη δεύτερη. Στην πρώτη φάση συμμετείχαν στη συνέλευση κατάληψης και κάποια παιδιά που ήταν στο τελευταίο έτος, όχι βέβαια με τον τρόπο ότι οι νεότεροι ήταν στην απ’ έξω και αποφάσιζαν αυτοί για το τι θα γίνει. Σε εκείνη τη φάση η συνέλευση λειτούργησε καλά και υπήρχε μια πολύ γόνιμη ζύμωση και πολλοί επηρεάστηκαν πολιτικά απ’ αυτόν τον κόσμο, που επί της ουσίας ήταν αυτοί που αποτελούσαν το «παλιό» στέκι. Στη δεύτερη φάση, συνέβη ένας απογαλακτισμός, ας πούμε, από τους παλιότερους, αποτραβήχτηκαν οι ίδιοι για να δοθεί χώρος σε άτομα που μπήκαν στις καταλήψεις τον Μάη και δεν είχαν κάποια προηγούμενη κινηματική εμπειρία. Άρχισε λοιπόν, να κινείται η συνέλευση κατάληψης από αυτόν τον πυρήνα νέων ανθρώπων. Είχε όμως και τα όρια της. Δηλαδή αυτό που λέγαμε ότι η συνέλευση κατάληψης θα λειτουργεί αμεσοδημοκρατκά, δεν θα έρχεται μια γραμμή από-τα-έξω, θα μιλάμε όλοι και θα αποφασίζουμε με ομοφωνία, είχε κάποια όρια. Από ένα σημείο και μετά, και λόγω κούρασης γιατί σ’ εμάς η κατάληψη κράτησε για μια μεγάλη περίοδο, η διαδικασία της συνέλευσης κατάληψης άρχισε να φθίνει. Μπορεί η μια συνέλευση να είχε 35 άτομα και η άλλη 5, ενώ το επιθυμητό για εμάς ήταν οι συνελεύσεις κατάληψης να έχουν πολύ κόσμο ώστε να μην δημιουργηθεί πάλι μια ομάδα που τρέχει την κατάληψη και της αφήνουν τα περιθώρια οι υπόλοιποι φοιτητές να κάνει κουμάντο στον αγώνα. Από ένα σημείο και έπειτα είτε δεν ερχόταν κόσμος, οπότε αναγκαζόμασταν να μην κάνουμε συνέλευση, είτε δεν υπήρχαν αρκετά θέματα για το πώς τρέχουμε την κατάληψη ή ακόμη και αν ερχόταν κόσμος δεν συμμετείχαν πολλοί στην κουβέντα. Το άλλο αρνητικό που προέκυψε ήταν ότι όταν δεν υπήρχαν θέματα άμεσου ενδιαφέροντος σε σχέση με το κίνημα δόθηκε λίγες φορές το έναυσμα να γίνουν πιο γενικές συζητήσεις, για το εκπαιδευτικό σύστημα ας πούμε. Νομίζω πως δεν εκμεταλλευτήκαμε αρκετά τη συνέλευση κατάληψης ώστε να γίνουν περισσότερα πράγματα. Δεν κάναμε π.χ. αντιμαθήματα, ενώ θα μπορούσαμε.
Την περίοδο που λειτουργούσε η συνέλευση κατάληψης πόσος κόσμος συμμετείχε σ’ αυτήν και πόσος στη γενική συνέλευση;
Ψ.: Στις γενικές συνελεύσεις η συμμετοχή ήταν πολύ σχετική: υπήρχαν γενικές συνελεύσεις με 70 άτομα και γενικές συνελεύσεις με 180 άτομα, όταν κατέβαινε και η ΔΑΠ. Στη συνέλευση κατάληψης ήμασταν άνω των 30 ατόμων στις καλές περιόδους. Στις κακές περιόδους ήμασταν λιγότεροι και καταλήγαμε να κάνουμε π.χ. 10 άτομα συνέλευση στο στέκι.
Πώς σου φάνηκε η εσωτερική ζωή της κατάληψης; Λειτούργησε η κατάληψη ικανοποιητικά; Ήταν μια ζωντανή κατάληψη κατά τη γνώμη σου;
Ψ.: Εμείς είχαμε βάλει κάποιους minimum όρους στην κατάληψη. Αρχικά, ότι θα αυτοδιαχειριζόμαστε το χώρο, δηλαδή π.χ. ότι δε θα μπαίνει καθαρίστρια στο κτίριο ή ότι θα αποφασίζουμε από κοινού όλες τις δραστηριότητες που γίνονταν. Αυτό μέχρι ένα σημείο έγινε σε καλό βαθμό, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι συμμετείχαν όλοι σε όλες τις δραστηριότητες. Ένα άλλο θετικό στοιχείο ήταν ότι κατά τη διάρκεια της κατάληψης δεν λειτούργησαν ξεχωριστές ομάδες ή κλίκες. Ας πούμε, ήδη απ’ το καλοκαίρι το στέκι ως τέτοιο «διαλύθηκε» μέσα στην κατάληψη, και κάποια παιδιά που ήταν στο ΔΙΚΤΥΟ ή στα ΕΑΑΚ δεν έκαναν μάζεμα σχήματος πριν την συνέλευση κατάληψης. Γενικά, σαν κατάληψη λειτουργούσαμε λίγο σαν αριστερή αντιπολίτευση των ΕΑΑΚ, οπότε προσπαθήσαμε να κάνουμε κάποια διαφορετικά πράγματα όπως μια πορεία σε λαϊκές γειτονιές ή κάποιες παρεμβάσεις στο χώρο έξω από τη σχολή, στην Ερμού... Μέσα στο χώρο της κατάληψης, ειδικά το πρώτο διάστημα, είχαν γίνει κάποιες προβολές και κάποιες συζητήσεις, π.χ. μια συζήτηση με προβολή βίντεο για την πολιτική ενάντια στη τρομοκρατία, πιάσαμε και κάποια θέματα που δεν είχαν άμεση σχέση με το φοιτητικό, ή μια άλλη συζήτηση για την έρευνα στο πανεπιστήμιο και πώς χρησιμοποιούνται οι φοιτητές μέσα σ’ αυτήν. Είχαμε φτιάξει επίσης συλλογική κουζίνα, για πρακτικούς λόγους όπως καταλαβαίνεις, και έγιναν κάποιες προβολές ντοκιμαντέρ. Από ένα σημείο και μετά όμως η κατάληψη είχε γίνει ρουτίνα και για εμάς και δεν κάναμε πράγματα. Αναφέρομαι κυρίως στην περίοδο από το Γενάρη και μετά όπου νομίζω πως η κατάληψη είχε αρχίσει να χάνει το νόημα της, είχαμε πάψει να την βλέπουμε δημιουργικά.
Πάμε τώρα σ’ ένα δύσκολο θέμα, το συντονιστικό των καταλήψεων. Συμμετείχες σ’ αυτό; Λειτούργησε κατά τη γνώμη σου το συντονιστικό; Συμμετείχε ανένταχτος κόσμος σ’ αυτό ή μαζεύονταν μόνο οι παρατάξεις;
Ψ.: Κοίτα, εγώ πέρασα από δύο φάσεις: μέχρι κάποια στιγμή πίστευα ότι κακώς κάνουμε και πηγαίνουμε στο συντονιστικό, αλλά αυτό άλλαξε στη συνέχεια. Γενικά, η παρουσία μας και η παρέμβασή μας μέσα στο συντονιστικό είχε κάποια όρια, πραγματικά δεν μπορούσες να κάνεις πολλά πράγματα. Πρέπει να κάνουμε μια διάκριση σχετικά με το συντονιστικό ανάλογα με το αν συμμετείχαν μόνο τα σχήματα των ΕΑΑΚ ή αν υπήρχε και η παρουσία της ΠΚΣ. Στην πρώτη φάση των κινητοποιήσεων υπήρχαν τα ΕΑΑΚ, το ΔΙΚΤΥΟ κλπ. μέσα στο συντονιστικό, στη δεύτερη φάση εμφανίστηκε και η ΠΚΣ και μάλιστα υπήρχαν περιπτώσεις όπου αλλού έκαναν συντονιστικό οι μεν και αλλού οι δε!!! Καλά εννοείται ότι το συντονιστικό δε λειτουργούσε αμεσοδημοκρατικά ούτε για αστείο! Στα συντονιστικά που υπήρχε παρουσία όλων των παρατάξεων γινόμασταν λίγο «το μπαλάκι», δηλαδή κάναμε κριτική και στους μεν και στους δε και ότι προτείναμε το χρησιμοποιούσαν οι μεν για να χτυπήσουν τους δε ή το αντίθετο. Στα συντονιστικά που κυριαρχούσαν τα ΕΑΑΚ κυρίως είχαμε το ρόλο της αριστερής αντιπολίτευσης και κάναμε κριτική στον τρόπο λειτουργίας του συντονιστικού. Ενώ υπήρχαν από πριν διαμορφωμένες αποφάσεις φοιτητικών συλλόγων, έβγαινε ξαφνικά με μαγικό τρόπο ένα κείμενο στο οποίο όλοι οι εκπρόσωποι συμφωνούσαν και ήταν πανομοιότυπο με το ψήφισμα ενός συλλόγου που έλεγχαν τα ΕΑΑΚ! Μόνο στα πανελλαδικά συντονιστικά θεωρώ ότι προσέφερε η παρουσία μας κάτι παραπάνω, γιατί κάποιοι φοιτητές που έρχονταν από την επαρχία και δεν είχαν εικόνα του τι συμβαίνει στην Αθήνα μπορούσαν να αντιληφθούν κάποια πράγματα και δινόταν η ευκαιρία να δημιουργηθεί μια επικοινωνία μεταξύ μας. Κάναμε κριτική για τις φορές που δεν στηρίχτηκε μια πορεία αλληλεγγύης, για τις φορές που υπήρχε καταστολή και «αφήναμε» κόσμο πίσω, για τις φορές που αυτό που αποφασίστηκε στο συντονιστικό δεν συνέπιπτε με αυτό που τελικά γινόταν, αλλά δεν θεωρώ ότι καταφέραμε να κάνουμε πολλά πράγματα μέσα στο συντονιστικό. Ας πούμε, κάποια στιγμή είχε έρθει μια πρόταση από την Πάτρα για να γίνει από τις κατηλλειμμένες σχολές ένα τριήμερο στη Αθήνα και εμείς την στηρίξαμε αλλά δε βγήκε τίποτα. Πάντως και η ΠΚΣ και τα ΕΑΑΚ στα λόγια έβρισκαν γόνιμη την κριτική των φοιτητών απ’ τα ΕΜΜΕ, και ο καθένας καταλάβαινε ότι ήθελε βέβαια!
Αν κατάλαβα καλά, κόσμος ο οποίος ήταν ανένταχτος ή δεν ήταν εκπρόσωπος συνέλευσης δεν μπορούσε να μιλήσει στο συντονιστικό...
Ψ.: Αυτό έχει να κάνει και με το πώς είναι δομημένα τα ΕΑΑΧ4. Δηλαδή, πιθανόν μέσω των σχημάτων των ΕΑΑΚ μπορεί κάποιος ανένταχτος να συμμετάσχει στην όλη φάση, πιο εύκολα απ’ ότι μέσω των σχημάτων της ΠΚΣ... Υπήρξαν και περιπτώσεις που μίλησαν ανεξάρτητοι φοιτητές αλλά μόνο ως εκπρόσωποι κάποιου συγκεκριμένου συλλόγου. Κοίτα, στο συντονιστικό μπορεί ο κόσμος πράγματι να μην μιλούσε γιατί υπήρχε όλο αυτό το σύστημα με τους εκπροσώπους αλλά ερχόταν εκεί, δηλαδή δεν μπορώ να πω ότι στο συντονιστικό έβλεπα μόνο κομματόσκυλα.
Ποιά ήταν για σένα η πιο σημαντική στιγμή του κινήματος και για ποιό λόγο;
Ψ.: Μμμ... Δεν ξέρω... Τι να πω τώρα... Αν και δεν συμμερίζομαι απαραίτητα αυτή την άποψη, για πολλούς σημαντικότερη στιγμή ήταν το διάστημα αμέσως μετά τα Χριστούγεννα, όπου αρχίσαμε να αντιλαμβανόμαστε ότι κάτι κινείται με την μη αναθεώρηση του άρθρου 16. Ακόμη και αν δεν έληξε το ζήτημα με το άρθρο 16, ακόμη και αν ήταν άλλοι οι λόγοι για τους οποίους το ΠΑΣΟΚ υποχώρησε, π.χ. κάποια ζητήματα στο εσωτερικό του ή αντιδράσεις από τη νεολαία του, με κάποιο τρόπο τελοσπάντων φαινόταν ότι προκαλέσαμε έναν πανικό γενικότερα. Αυτό έφερε κάποια αισιοδοξία ότι μπορούμε πραγματικά να καταφέρουμε κάτι, η οποία, βέβαια, μετά από δύο μήνες γύρισε μπούμερανγκ! Απ’ την άλλη, αν δούμε το κίνημα από την άποψη του δρόμου, πιο έντονη στιγμή ήταν η 8η Μάρτη. Για εμένα, που βρέθηκα στο δρόμο και στις διαδικασίες περισσότερο μαζί με ένα κομμάτι κόσμου ας πούμε ανεξάρτητο, αυτόνομο ή αναρχικό, ήταν πολύ σημαντικές οι κινήσεις που έγιναν σε σχέση με την αλληλεγγύη. Ειδικά μια πορεία που έγινε βράδυ προς την ΓΑΔΑ, όταν προσπαθήσαμε να ανοίξουμε μόνοι μας το ζήτημα της αλληλεγγύης, και δέχθηκε φοβερή καταστολή. Τέτοια γεγονότα μπορεί να φαίνονται ασήμαντα αλλά για εμένα ήταν πολύ σημαντικά! Θεωρώ πολύ σημαντικό ότι μετά από μια πορεία που έχει δεχθεί καταστολή, μετά από μια πολιορκία του Πολυτεχνείου επί ώρες όπου έχει πέσει μεγάλη ποσότητα χημικών, κάποιος κόσμος, που δεν ήταν μόνο «αναρχικοί» αφού υπήρχαν και αρκετά παιδιά απ’ τα ΕΑΑΚ, έκανε αυθόρμητα μια πορεία αλληλεγγύης. Μετά το χτύπημα στην πορεία, βρεθήκαμε κάποιος κόσμος την επόμενη μέρα για να δούμε τι θα κάνουμε, θέλω να πω ότι δεν υπήρχε χαλαρότητα, λειτούργησαν τα αντανακλαστικά μας, και αυτό ήταν πολύ σημαντικό. Όλα αυτά μπορεί να είναι πολύ μεμονωμένα πράγματα μέσα στο όλο κίνημα αλλά δείξανε κάτι για μένα. Από εκεί και πέρα, σίγουρα η πορεία της 8ης Μάρτη ήταν πολύ σημαντικό γεγονός. Γιατί ότι έγινε εκείνη την μέρα, και στο επίπεδο των συγκρούσεων και στο επίπεδο της καταστολής που ακολούθησε, και οι αντιδράσεις που δημιούργησε όλος αυτός ο χαμός, «τράβηξαν» περισσότερο το κίνημα που έδειχνε, μάλλον, να φθίνει τη συγκεκριμένη στιγμή. Μετά απ’ ότι είχε γίνει στο δρόμο δεν μπορούσε κανείς να πει την επόμενη μέρα ότι το «κλείνουμε» γιατί έρχονται εκλογές ή γιατί ψηφίστηκε ο νόμος.
Πιστεύεις ότι τα ΜΜΕ βοήθησαν τον αγώνα ή τον έβλαψαν;
Ψ.: Καταρχάς, αυτό έχει να κάνει με το σε ποιό μέσο αναφερόμαστε. Σίγουρα κάποιες εφημερίδες ή κάποιοι δημοσιογράφοι προσπάθησαν με τον πιο χυδαίο τρόπο να χτυπήσουν αυτό που συνέβαινε, είτε μιλάμε για τις καταλήψεις είτε για αυτά που συνέβαιναν στο δρόμο. Πολλές φορές, διαστρέβλωναν τα πραγματικά γεγονότα και προσπαθούσαν να δημιουργήσουν στον κόσμο μια φοβία για το τι γίνεται στις καταλήψεις και στις πορείες. Υπήρχαν άλλες εφημερίδες που είχαν αναλάβει να υπερασπιστούν κατά κάποιο τρόπο το κίνημα στο επίπεδο των media, π.χ. η Ελευθεροτυπία ή η Αυγή. Γενικά, νομίζω ότι σ’ εμάς δεν έκανε καλό η συνεχής παρουσία ορισμένων προσώπων στα κανάλια που παρουσιάζονταν ως εκπρόσωποι των φοιτητών. Το να βγαίνεις στα παράθυρα και να κάνεις «διάλογο» με κάποιον Πρετεντέρη ή με κάποιον εκπρόσωπο του ΛΑΟΣ θεωρώ ότι... τι να πω, περισσότερο μας στερούσε ένα κομμάτι απ’ την αξιοπρέπειά μας!!! Επίσης, με αυτό τον τρόπο επαναπαύεται ο κόσμος γιατί δεν προσπαθούμε από μόνοι μας να κοινωνικοποιήσουμε τον αγώνα. Δεν μπορείς να περιμένεις ότι θα μιλήσεις στην κοινωνία για τα αιτήματά σου μέσα από την αντιπαράθεση του Δρίτσα με τον Πρετεντέρη! Στα ΜΜΕ, έτσι κι αλλιώς, είχαν πρόσβαση συγκεκριμένοι φοιτητές, που ήταν σχεδόν αποκλειστικά απ’ την Αθήνα και άνηκαν σε οργανώσεις της αριστεράς. Από αυτό που έβγαινε, ο κόσμος δεν αποκτούσε καμία πραγματική εικόνα για το τι συμβαίνει, πέρναγε μια εικόνα ότι το μόνο που υπάρχει στο φοιτητικό κίνημα είναι η παραταξιακή λογική. Θα μπορούσαν να είχαν γίνει περισσότερες κινήσεις, ας πούμε εκδηλώσεις σε ανοιχτούς δημόσιους χώρους σε κάθε πόλη και σε κάθε γειτονιά, ώστε να ανοιχτούμε πιο έξω. Δεν μπορούμε να λέμε ότι οι καταλήψεις είναι ανοιχτές και οι μόνοι που πατάνε το πόδι τους εκεί μέσα είναι οι φοιτητές της συγκεκριμένης σχολής! Αν δεν προσπαθήσεις να κοινωνικοποιήσεις τον αγώνα μόνος σου, το να στηρίζεσαι στο τι εικόνα θα περάσουν προς τα έξω τα ΜΜΕ είναι μάταιο. Ε, δεν υπάρχει περίπτωση να περάσουν την εικόνα που θέλουμε εμείς...
Πώς είδαν τις κινητοποιήσεις οι γονείς σου και το κοντινό σου περιβάλλον εκτός σχολής;
Ψ.: Καταρχάς, τις ελάχιστες ώρες που βρισκόμουν στο σπίτι κατά τη διάρκεια της εβδομάδας κουβέντιαζα διαρκώς με τους γονείς μου και θεωρώ ότι αυτό ήταν πολύ θετικό. Γιατί αν δε μιλήσεις εσύ στο οικογενειακό σου περιβάλλον μην περιμένεις να καταλάβουν απ’ τον εκπρόσωπο που θα βγει στα κανάλια. Συγκριτικά με το τι πίστευαν όταν ξεκίνησαν οι καταλήψεις, σε σχέση με τον ίδιο τον αγώνα, τον ρόλο των παρατάξεων και την κατάληψη ως μέσο αγώνα αλλά και σε σχέση με την κριτική που ασκήθηκε στο νόμο-πλαίσιο και την αναθεώρηση του άρθρου 16, ενώ αρχικά οι απόψεις τους ήταν κάπως επιφυλακτικές, σιγά-σιγά άλλαξαν απόψεις άρδην. Δηλαδή εκεί που είχαν την άποψη ότι πρέπει να αλλάξουν κάποια πράγματα στην παιδεία και να «μαζευτούν λίγο τα λουριά», κατάφερα να τους πείσω σε πολλά πράγματα και για το νόμο και για το πώς επιλέγεις να δράσεις στο δρόμο. Συζητήσαμε πολύ ζητήματα που είχαν να κάνουν με το νόμο, τη βία στο δρόμο, την κοινωνικοποίηση του αγώνα, το πώς λειτουργεί μια κατάληψη και τι είδους σχέσεις δημιουργεί ανάμεσα στους ανθρώπους... Με το τέλος των καταλήψεων αυτή η ευπιστία που είχαν στην αρχή ότι αυτά που θέλουν να περάσουν στην παιδεία δεν γίνονται απαραίτητα με κακή προαίρεση είχε διαλυθεί, δεδομένου ότι ήμουν και ένα άτομο που συμμετείχα ενεργά οπότε η εικόνα που είχαν για το τι συμβαίνει στις καταλήψεις και τις πορείες ήταν η εικόνα ενός ανθρώπου που βρισκόταν πραγματικά εκεί.
Εκτός από το εβδομαδιαίο τρίπτυχο συνέλευση-κατάληψη-πορεία υπήρξε κάποια άλλη μορφή κινητοποίησης; Μπήκε σαν ζήτημα στη συνέλευσή σας το να κάνετε και κάτι άλλο πέρα από τα γνωστά; Κάνατε τελικά και κάποιες επιπλέον κινήσεις;
Ψ.: Ναι έγιναν κάποιες κινήσεις, μερικές κατέβηκαν και σαν προτάσεις στο συντονιστικό και στηρίχτηκαν και από άλλο κόσμο εκτός των ΕΜΜΕ. Έγινε μια πορεία στο Υπουργείο Εργασίας που κατέληξε σε πορεία μέσα σε γειτονιές του κέντρου. Έγινε η πρώτη πορεία αλληλεγγύης για τον Στεργίου, που κινήθηκε βασικά μέσα από τη συνέλευση μιας μικρής σχολής όπως τα ΕΜΜΕ. Αυτό που κάναμε εμείς, επειδή δεν είχαμε τη δικτύωση που έχουν τα ΕΑΑΚ και η ΠΚΣ, ήταν να πηγαίνουμε στις συνελεύσεις των άλλων σχολών και να κάνουμε προτάσεις ώστε να υπάρχουν κάποιες αποφάσεις συλλόγων. Επίσης, στήσαμε μικροφωνικές σε διάφορα σημεία στο κέντρο και έγινε μια πολύ πετυχημένη γιορτή δρόμου στην Ερμού –προσπαθήσαμε να κάνουμε και δεύτερη, αλλά επειδή υπήρχε ένας συλληφθέντες στην πορεία της 22ης του Φλεβάρη δεν έγινε τελικά. Αυτές οι κινήσεις γίνονταν από ένα κομμάτι κόσμου που είχε συγκροτήσει τους λεγόμενους «καταληψίες από σχολές», ήταν μια συλλογικότητα που δεν είχε πολύ συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και φτιάχτηκε από ανθρώπους που γνωρίστηκαν μέσα στις κινητοποιήσεις και θέλησαν να κάνουν κάποια πράγματα εκτός του συντονιστικού και να βάλουν κάποια καινούρια ζητήματα πέραν του κλειστού πλαισίου με τα αιτήματα που είχαν οι παρατάξεις. Απλώς, κάποιες κινήσεις τις ψηφίζαμε στη γενική συνέλευση της δικής μας σχολής για να έχουμε και κάποια θεσμική κάλυψη. Το ίδιο είχε συμβεί και το καλοκαίρι όταν είχε γίνει από εμάς και μερικές άλλες σχολές η πρόταση για την κατάληψη της πρυτανείας. Τότε επιδιώξαμε να δημιουργηθεί ένα κέντρο αντιπληροφόρησης και ένας πυρήνας ανθρώπων που θα ήταν σε θέση να κάνει κάποια πράγματα, και για την περίπτωση όπου θα ξεκινούσε κάποια διαδικασία για να περάσουν διατάξεις του νόμου στο θερινό τμήμα της βουλής. Και σ’ αυτή την κίνηση τα ΕΜΜΕ ήταν πάλι η μοναδική σχολή που είχε έγκριση να συμμετάσχει με σφραγίδα συλλόγου! Επίσης, έγινε μια κατάληψη του σταθμού του ΟΣΕ, όχι για πολύ ώρα, όπου μοιράστηκαν κείμενα και πετάχτηκαν τρικάκια και μέσα στους συρμούς του τρένου... Α ναι, πώς το ξέχασα: έγινε και η παρέμβαση στο τηλεφωνικό κέντρο του ΟΤΕ, που καλούσαμε του ς εργαζόμενους φοιτητές να συμμετάσχουν στην πορεία, και οι δύο καταλήψεις στο ραδιοφωνικό σταθμό Flash! Εντάξει στην παρέμβαση στον ΟΤΕ συμμετείχαν άτομα από εμάς, αλλά δε συμμετείχαμε ως σύλλογος, αν το λέγαμε αυτό νομίζω ότι θα «καπελώναμε» την όλη κίνηση.
Πώς σου φάνηκαν αυτές οι παρεμβάσεις;
Ψ.: Κοίτα, δεν ήταν όλες οι παρεμβάσεις επιτυχημένες, π.χ. η παρέμβαση στο Flash όπου μας άφησαν να μιλήσουμε μόνο δέκα λεπτά. Παρόλα αυτά, θεωρώ ότι ήταν πολύ θετική η προσπάθεια κάποιου κόσμου, που δεν ήταν αναγκαστικά οργανωμένος σε κάποιο πολιτικό χώρο, να βρεθεί και να κινητοποιηθεί χωρίς την έτοιμη πρόταση ή την κομματική γραμμή. Το να οργανωθείς και να πράξεις «από μόνος σου», αυτό ήταν το νόημα... Να κάνω μια παρένθεση πριν συνεχίσουμε: σε σχέση με αυτές τις παρεμβάσεις ξεχνάω να σου πω πράγματα και μου έρχονται ένα-ένα καθώς μιλάμε. Για παράδειγμα: κάποια στιγμή προτάθηκε στο ξεκάρφωτο στη γενική συνέλευση να γίνει πορεία μετά το τέλος της συνέλευσης και βγήκαμε αυθόρμητα στο δρόμο κάνοντας πορεία μέσα στην Ερμού! Επίσης, έγιναν και κάποιες κινήσεις σχετικές με τους μετανάστες χωρίς να έχουν γίνει πολλές κουβέντες ή να το έχουμε αναλύσει ιδιαίτερα το ζήτημα. Επειδή η σχολή βρίσκεται σε μια περιοχή που δουλεύουν αρκετοί μετανάστες ως μικροπωλητές και έχουν διαρκώς πρόβλημα με τη δημοτική αστυνομία, βγήκαν κάποια κείμενα και μοιράστηκαν στο δρόμο. Επίσης ήρθαμε σε επικοινωνία με τους μετανάστες και πολλές φορές τους παρείχαμε το χώρο του ασύλου ως προστασία όταν γινόταν το γνωστό ανθρωποκυνηγητό. Ή ακόμη θυμάμαι μια άλλη πορεία που ξεκίνησε από το υπουργείο προς το Μοναστηράκι και τα μισά συνθήματα αφορούσαν τους μετανάστες, δηλαδή είχε ξεφύγει λίγο το πράγμα από το στενό πλαίσιο του να μιλάμε μόνο για τα φοιτητικά...   
Θεωρείς ότι το φοιτητικό κίνημα νίκησε ή έχασε; Αν νίκησε ποιά είναι η νίκη του; Αν έχασε που πιστεύεις ότι οφείλεται η ήττα του;
Ψ.: Μμ... Σε προσωπικό επίπεδο, πολύς κόσμος που συμμετείχε στο κίνημα κέρδισε και την εμπειρία και το ότι άρχισε να πιστεύει πως μαζί με τους άλλους μπορεί να καταφέρει κάτι συλλογικά. Ως προς τους στόχους που είχε θέσει το κίνημα μπορείς να πεις ότι κάποια πράγματα τα κατάφερε: το να τροποποιηθεί ελαφρά ο νόμος ή το να αναβληθεί η αναθεώρηση του άρθρου 16. Το κίνημα βέβαια, δεν κατάφερε σε καμία περίπτωση να πετύχει το σύνολο των στόχων του. Επειδή όμως το φοιτητικό κίνημα ήταν ένα κίνημα αμυντικό κυρίως δεν ξέρω αν θα είχε νικήσει σε περίπτωση που πετύχαινε όλους τους στόχους του. Κάποια στιγμή συζητούσαμε με κάποια παιδιά, που νομίζω ότι άνηκαν στα ΕΑΑΚ, και λέγαμε: αν καταφέρουμε να μπλοκάρουμε το νόμο-πλαίσιο θα έχουμε πραγματικά νικήσει; Ακόμη και αν είχαμε πετύχει τους «επίσημους» στόχους που είχαν τεθεί εξαρχής από τα πλαίσια του συντονιστικού δε νομίζω ότι θα ήταν μια νίκη ακριβώς, γιατί δεν πιστεύω ότι υπάρχει κάποιος που να είναι ευχαριστημένος από το εκπαιδευτικό σύστημα ως έχει. Οπότε, δεν μπορώ να σου απαντήσω απλά με ένα ναι ή ένα όχι.
Πώς επηρέασε η καταστολή το κίνημα γενικά και πώς επηρέασε εσένα προσωπικά; Κάνω αυτή την ερώτηση γιατί η διάρκεια των κινητοποιήσεων ήταν πολύ μεγάλη σε σχέση με την καταστολή, οπότε κάποιος θα περίμενε ότι με τόση καταστολή δεν θα ξανάβγαινε ο κόσμος στο δρόμο...
Ψ.: Το αντίθετο συνέβη, και μάλιστα από την αρχή των κινητοποιήσεων. Στην πρώτη πορεία που εγώ κατέβηκα στο δρόμο με τη σχολή μου, το μπλοκ του συλλόγου μας δέχτηκε πολύ σοβαρή επίθεση. Χτυπήθηκαν αρκετά άτομα και δύο συμφοιτητές μας πήγαν στο νοσοκομείο. Ενώ σε εκείνη την πορεία στο μπλοκ μας υπήρχαν περίπου 60 άτομα, στην επόμενη πορεία συμμετείχαν στο μπλοκ πάνω από 100 άτομα απ’ τη σχολή! Οπότε ρωτάγαμε «ρε παιδιά τι έγινε, πώς ήρθατε τόσος κόσμος και γιατί δεν σας έχουμε ξαναδεί;». Η απάντηση ήταν «μάθαμε ότι έγινε χαμός την προηγούμενη φορά και ότι χτύπησαν το μπλοκ της κατάληψής μας και ήρθαμε για να υποστηρίξουμε». Ακόμη και κόσμος που έβλεπε από τις ειδήσεις ότι μια πορεία δέχτηκε καταστολή, στην επόμενη πορεία μπορεί να κατέβαινε για να απαντήσει. Δεν εννοώ να απαντήσει ντε και καλά με έναν άμεσο τρόπο, συγκρουόμενος με την αστυνομία, αλλά έμμεσα, με τη μαζικότητα της πορείας. Το ίδιο συνέβη στο δεύτερο γύρο των κινητοποιήσεων με τους πρωτοετείς που είχαν αρχίσει να μπαίνουν λίγο στη διαδικασία της κατάληψης και περισσότερο της πορείας. Άκουσα άτομα που δεν είχαν ξανά εμπειρία καταστολής στο δρόμο, στην πρώτη τους πορεία με τη σχολή να λένε ότι «τα ΜΑΤ κάνουν τη δουλειά τους, δεν χρειάζεται να τους δίνουμε σημασία», και μετά από δύο πορείες τα ίδια άτομα κατέβαιναν στο δρόμο με τέτοια οργή απέναντι στα ΜΑΤ που φτάναμε να τους «μαζεύουμε»!!! Άκουσα μια κοπέλα απ’ το πρώτο έτος, μετά την πορεία της 8ης Μάρτη, να μου λέει «δεν αντέχω άλλο, θα κατέβω φορτωμένη την επόμενη φορά». Μετά από αυτό που ζήσαμε όλοι την 8η Μάρτη υπήρχε απίστευτη οργή σε ένα μεγάλο μέρος του κόσμου, ταυτόχρονα βέβαια ένα άλλο κομμάτι του κόσμου σίγουρα φοβήθηκε. Γενικά θεωρώ ότι, και κατά πάσα πιθανότητα αυτό το γνωρίζουν και όσοι βρίσκονται στις αριστερές παρατάξεις, η καταστολή στο δρόμο ήταν η λίγο η αναπνοή του κινήματος από ένα σημείο και έπειτα. Εντάξει, φαίνεται παράδοξο, αλλά κάθε φορά που υπήρχε έντονη καταστολή συσπειρωνόταν ο κόσμος περισσότερο.
Έχεις κάποια ερμηνεία γι’ αυτό το γεγονός ;Γιατί συσπειρωνόταν ο κόσμος αντί να φοβηθεί;
Ψ.: Ε, φοβόμασταν κιόλας, δεν είναι ότι δεν φοβόμασταν καθόλου... Απλώς, νομίζω ότι σ’ αυτή την κατάσταση λειτουργεί το πείσμα και η δύναμη της συλλογικότητας. Δηλαδή, μαζί με τους συντρόφους/συμφοιτητές σου μπαίνεις στην διαδικασία του πώς θα οργανωθείς καλύτερα στο δρόμο και πώς θα αμυνθείς. Αντί να τρομάξεις και να σκεφτείς να μην πάθεις προσωπικά κάτι άσχημο, η συλλογικότητα σε βάζει στη διαδικασία να κάτσεις κάτω μαζί με τους ανθρώπους που κατεβαίνεις στο δρόμο και να δεις τι μπορείς να κάνεις απέναντι στην καταστολή. Επαναλαμβάνω ότι και φόβος υπήρχε, και τρόμος υπήρχε, και όπως αλλιώς θέλεις πέστο! Αλλά το πείσμα ήταν πολύ περισσότερο, δεν το ανεχόσουν, ρε παιδί μου, αυτό το πράγμα! Ακόμη και ο ειρηνικός διαδηλωτής, που δεν δέχεται αντιλήψεις που μιλούν για αντιβία ή για ελεγχόμενη/συμβολική σύγκρουση, όταν βλέπει όλη αυτή την κατάσταση εκνευρίζεται. Δηλαδή, υποτίθεται ότι ζούμε σε μια δημοκρατία στην οποία έχεις το δικαίωμα να διαδηλώσεις, και όταν κατεβαίνεις στο δρόμο σου βάζουνε δίπλα σου έναν ολόκληρο στρατό! Τα ΜΑΤ βρίσκονταν ακροβολισμένα σε κάθε στενό και τις περισσότερες φορές είχαν εντελώς προκλητική στάση. Ε, όλο αυτό από μόνο του δημιουργεί ένταση στο δρόμο, ακόμη και στα συνθήματα. Δημιουργεί μια δυναμική στην πορεία και μια διάθεση για δυναμική απάντηση, έστω σ’ ένα κομμάτι του κόσμου. Είναι από μόνο του μια πρόκληση...
Θέλω να μου πεις πώς προκύπτει η παύση των κινητοποιήσεων το καλοκαίρι και ποιά είναι η γνώμη σου γι’ αυτό το γεγονός;
Ψ.: Οι καταλήψεις σταμάτησαν αρκετά νωρίς, φάνηκε ότι θα μπορούσαν να είχαν συνεχίσει μέσα στον Ιούλιο... Δηλαδή, το να υπάρχει λιγότερος κόσμος μέσα στις καταλήψεις ήταν κάτι που εμφανίστηκε και στη δεύτερη φάση του κινήματος που διήρκησε περισσότερο χρονικά. Υπήρχε μια μείωση του κόσμου που στήριζε τις καταλήψεις προς το τέλος του Ιουνίου, αλλά αν είχαμε αυτό ως μοναδικό κριτήριο θα έπρεπε κάθε κατάληψη που δεν έχει πολύ κόσμο να κλείνει αυτομάτως, κάτι που θα επέφερε το σταμάτημα του αγώνα γενικότερα, γιατί η κατάληψη είναι ο άξονας γύρω από τον οποίο περιστρέφονταν όλα. Η παύση των κινητοποιήσεων το καλοκαίρι ήρθε σίγουρα «από τα πάνω», δεν θεωρώ ότι υπήρχε κάποια «κούραση» από τους καταληψίες τότε. Αυτό το περιβόητο «βάζουμε άνω τελεία και τα ξαναλέμε το Σεπτέμβρη» όσοι το υποστήριζαν ήξεραν ότι ήταν αδύνατο, γιατί το Σεπτέμβρη θα ξεκινούσαν οι εξεταστικές! Το ξέραμε και όσοι προσπαθήσαμε να συνεχίσουμε τον αγώνα με έναν άλλο τρόπο μέσω της κατάληψης της πρυτανείας. Κάπως έτσι χάσαμε και το τρένο με τους δασκάλους, δεν συναντηθήκαμε με την απεργία τους και όλη η ρητορεία για «πανεκπαιδευτικό μέτωπο» ξεφούσκωσε εντελώς. Εντάξει, από την άλλη δεν νομίζω ότι θα μπορούσαν να συνεχιστούν οι καταλήψεις με κάποια δυναμική μέσα στον Αύγουστο. Οι καταλήψεις σταμάτησαν αρχές Ιουλίου, εμείς συνεχίσαμε μέχρι τα μέσα Ιουλίου στην κατάληψη της πρυτανείας και δυστυχώς ξαναβρεθήκαμε μετά τις εξεταστικές... Φάνηκε κάπως σαν να κοροϊδεύουμε τον εαυτό μας, όταν λες ότι «τα ξαναλέμε τότε» και όταν έρθει το «τότε» πηγαίνεις να δώσεις εξεταστική. Ήταν κάτι αρνητικό που είχε τελικά να κάνει με το πόσο αποφασισμένοι ήμασταν. Αρκετός κόσμος φοβόταν να «παζαρέψει» την εξεταστική του ή να χάσει το εξάμηνό του και δεν τράβηξε την κατάσταση στα άκρα το καλοκαίρι, οπότε ότι περνούσε «από τα πάνω» γινόταν τις περισσότερες φορές δεκτό. Ακόμη και με αυτή την παύση θα μπορούσαμε να ξεκινήσουμε το Σεπτέμβρη με κατειλημμένες σχολές χάνοντας την εξεταστική μας. Κάτι τέτοιο νομίζω ότι θα έδειχνε πολύ περισσότερο ότι το φοιτητικό κίνημα είναι πραγματικά δυνατό και στέκεται στα πόδια του.
Αν καταλαβαίνω καλά λες ότι και οι φοιτητές «από τα κάτω» συμμετείχαν στις κινητοποιήσεις, έχασαν μια εξεταστική τον Ιούνιο, αλλά φοβήθηκαν να χάσουν και δεύτερη...
Ψ.: Θέλω να πω ότι το βρίσκω αρνητικό ότι σταματήσαμε, δηλαδή ένα κίνημα πάει διακοπές και επιστρέφει; Από την άλλη γι’ αυτή την αρνητική εξέλιξη δεν μπορώ να κατηγορήσω μόνο τις παρατάξεις γιατί αυτές τις παρατάξεις κάποιοι τις ψήφιζαν μέσα στις συνελεύσεις! Αν υπήρχε «από τα κάτω» η λογική ότι είμαστε αποφασισμένοι να φτάσουμε στα άκρα , ότι δεν μας ενδιαφέρει η εξεταστική μας αλλά μόνο να πέσει ο νόμος, μάλλον δεν θα πέρναγε η πρόταση για παύση των καταλήψεων. Η ευθύνη βρίσκεται και στον κόσμο, δεν μπορούμε να μιλάμε συνέχεια για τους εκπροσώπους και το συντονιστικό.
Ξεκινάει λοιπόν η δεύτερη φάση των κινητοποιήσεων. Για ποιό λόγο πιστεύεις ότι ξαναβγαίνουν οι φοιτητές στο δρόμο;
Ψ.: Είναι λίγο ασαφές στο μυαλό μου το πώς ξεκίνησε η δεύτερη φάση, εμείς σαν πρωτοβουλία φοιτητών συμμετείχαμε και στις πορείες των δασκάλων. Υπήρχαν πριν τα Χριστούγεννα λίγες διήμερες ή τριήμερες καταλήψεις σε κάποιες σχολές, στην καλύτερη περίπτωση μιλάμε για 70 σχολές δηλαδή. Οπότε, υπάρχει μια ασάφεια στο μυαλό μου, γιατί εμείς πριν τις γιορτές κάναμε κατάληψη για μεγαλύτερο διάστημα. Περιμέναμε, βέβαια, όλοι ότι θα ξεκινήσουν ξανά καταλήψεις διότι υπήρχε η απεργία των πανεπιστημιακών και η φημολογία ήταν ότι οι αριστερές παρατάξεις θα ξεκινήσουν να κινητοποιούνται ώστε να μην υπάρχει και ο φόβος του χαμένου εξαμήνου. Η λογική που έμπαινε από τις παρατάξεις είναι ότι δεν κάνουμε καταλήψεις διαρκείας πριν τα Χριστούγεννα, κρατάμε δυνάμεις, και ξεκινάμε δυναμικά μαζί με τους πανεπιστημιακούς μετά. Οι καταλήψεις διαρκείας, που ήταν πιο ουσιαστικές και μαζικοποιούσαν τον κόσμο στο δρόμο, ξεκίνησαν μετά τις 8 του Γενάρη. Εκεί πλέον ξέραμε ότι τα παίζουμε όλα γιατί ξεκινούσε η διαδικασία αναθεώρησης του άρθρου 16 και στη συνέχεια θα ξανάβγαινε στην επιφάνεια ο νόμος-πλαίσιο. Οπότε, νομίζω με βάση αυτό κατεβήκαμε ξανά στο δρόμο...
Υπάρχουν διαφορές ανάμεσα στη δεύτερη φάση και στην πρώτη και ποιές κατά τη γνώμη σου;
Ψ.: Αρχικά, νομίζω ότι είναι ένα καλό σημάδι το ότι αυτές οι κινητοποιήσεις κράτησαν τόσο πολύ, δεν ήταν το κλασσικό «ένας μήνας και τέλος», ήμασταν ένα χρόνο στην τσίτα! Φάνηκε πάντως, κυρίως μέσα από τις συλλογικές διαδικασίες, από την αυξανόμενη μαζικότητα των πορειών παρά την καταστολή, αλλά και από τις μεταξύ μας κουβέντες, ότι στο δεύτερο κύμα καταλήψεων πολύς κόσμος ήταν πιο συνειδητοποιημένος σε σχέση με αυτό που έκανε. Βέβαια, αυτό είχε τα όρια του, γιατί είδαμε ότι λίγο πριν τις φοιτητικές εκλογές, και ενώ είχε ψηφιστεί ο νόμος, όλο αυτό το κίνημα «μαζεύτηκε» σχετικά εύκολα. Τους πρώτους δύο μήνες κατάληψης το καλοκαίρι ήμασταν σχεδόν σίγουροι ότι δεν θα καταφέρουμε τίποτα, απλά θα δείξουμε ότι αντιστεκόμαστε. Αντίθετα, στη δεύτερη φάση πολλοί άρχισαν να πιστεύουν ότι όλο αυτό το κίνημα μπορεί να φτάσει κάπου, ότι μπορούμε να καταφέρουμε ακόμη και να «ρίξουμε» το νόμο. Βλέποντάς το εκ των υστέρων, στη δική μας σχολή για τον κόσμο που ήμασταν ανένταχτοι οι καταλήψεις του καλοκαιριού ήταν λίγο αυτό που λέμε «φοιτητική φάση», το κάναμε για την εμπειρία τελοσπάντων. Μην το γελάς, ισχύει πολύ αυτό! Δηλαδή, είμαστε μια νεολαία που βρισκόμαστε χαμένοι στο κλασσικό «σχολή-καφές-κλαμπάκι», και βαριόμαστε τη ζωή μας: «άντε να τελειώνουμε το πανεπιστήμιο, άντε να βρούμε δουλειά και να μπούμε στο λούκι». Ξαφνικά βρίσκαμε ένα νόημα μέσα από αυτό το πράγμα!!! Μπορεί κάποιος να μην είχε ασχοληθεί ιδιαίτερα με το θέμα της αναδιάρθρωσης και να συμμετείχε για τη φάση. Εντάξει, δεν λέω ότι αυτό είναι το καλύτερο, αλλά εκφράστηκε μια ανάγκη να κάνουμε πράγματα μέσα από μια συλλογική διαδικασία, να βρεθούμε με ανθρώπους, να κοινωνικοποιήσουμε κάποιες επιθυμίες μας με διαφορετικό τρόπο! Σε εκείνη τη φάση οι καταλήψεις εξέφρασαν και αυτή την ανάγκη. Στη δεύτερη φάση των καταλήψεων εμφανίστηκε, τουλάχιστον στον κόσμο που γνώριζα εγώ, ένα πείσμα και μια συναίσθηση ότι «ξέρω τι κάνω και γιατί»... Μια άλλη βασική διαφορά ήταν ότι οι πορείες ήταν πιο μαζικές και υπήρχε βέβαια μεγαλύτερη καταστολή στο δρόμο. Νομίζω ότι στη δεύτερη φάση κοινωνικοποιήθηκε σε κάποιο βαθμό η αντιβία στο δρόμο, όχι για το λόγο ότι συμμετείχαν πολλοί σε αυτή αλλά γιατί υπήρχε μια... δεν θα την έλεγα ανοχή, αλλά στήριξη. Υπήρχε μια οργή απέναντι στην καταστολή και απέναντι σε οτιδήποτε πράσινο με κράνος κυκλοφορεί στην πόλη, οπότε ακόμη και αν δεν συμμετείχε κάποιος στη σύγκρουση όταν έβλεπε κάποιους να την πέφτουν με κράνη και παλούκια σε μια διμοιρία μπορώ να σου πω ότι την καταέβρισκε! Άρχισε, δηλαδή, να μην υπάρχει η φοβία ότι κάτι περίεργο κρύβεται πίσω απ’ τις συγκρούσεις, ή ότι όλοι αυτοί που «τα σπάνε» είναι φρικιά που δεν έχουν καμία πολιτική συνείδηση, γιατί ο άλλος άρχισε να συναναστρέφεται με αυτούς μέσα στις καταλήψεις. Λόγω της μεγάλης διάρκειας των καταλήψεων υπήρχε μια ζύμωση γενικότερα μεταξύ ανεξάρτητου κόσμου και των ήδη πολιτικοποιημένων... Ε, μετά υπήρχε και η διαφορά ότι στη δεύτερη φάση μπαίνει μέσα στο κίνημα η ΠΚΣ. Αυτή η αλλαγή ήταν εμφανής και στο δρόμο και στα συντονιστικά, όπου υπήρχε μια διαμάχη ανάμεσα στα ΕΑΑΚ και στην ΠΚΣ, αλλά και στο ΔΙΚΤΥΟ που μπορεί να μην είχε δύναμη στις σχολές αλλά «ακουγόταν» πολύ μέσω του Συνασπισμού που πρωτοστάτησε στα δελτία, για το ποιός θα εμφανιστεί πιο ριζοσπάστης απ’ τον άλλο.
Η συμμετοχή της ΠΚΣ και όλη αυτή η κόντρα που αναφέρεις πιστεύεις ότι κομματικοποίησε κάποιες διαδικασίες; Ποιές ήταν οι συνέπειές της;
Ψ.: Σίγουρα, κομματικοποίησε κάποιες διαδικασίες. Άρχισε να εμφανίζεται αυτή η διαμάχη μεταξύ δύο κυρίαρχων πολιτικών δυνάμεων και όλο το «παιχνίδι» μέσα στις σχολές μετατοπίστηκε εκεί. Δηλαδή, εμφανίστηκαν δύο αριστεροί πόλοι και σε κάθε σχολή φρόντιζε ο καθένας να φαίνεται ότι δεν τραβάει τα πράγματα προς τα πίσω γιατί αυτομάτως θα τον κατηγορούσε ο άλλος ως «πουλημένο» και τα σχετικά. Στα συντονιστικά που συμμετείχαν και οι δύο παρακολουθούσες μια τραγική εικόνα, σε τέτοιο σημείο που έλεγες «τι κάνω εδώ πέρα»! Στο επίπεδο του δρόμου, ενώ η ΠΚΣ κατέβαζε τον κόσμο της και αυξανόταν η μαζικότητα της πορείας τις περισσότερες φορές κρατούσε μια πολύ χυδαία στάση κατά τη διάρκεια της πορείας. Είτε αφήνοντας μια διμοιρία να περάσει μέσα από την πορεία, είτε «κόβοντας» την πορεία στη μέση, είτε ακόμη κλείνοντας τις αλυσίδες σε διαδηλωτές που κυνηγούσε η αστυνομία. Οπότε δεν μπορούσαμε να έχουμε καμία συνοχή μαζί τους στο δρόμο.
Πιστεύεις ότι έχουν λήξει τα πράγματα και το υπουργείο έχει πετύχει αυτό που ήθελε ή θα υπάρξει και άλλη αντιπαράθεση;
Ψ.: Δε νομίζω ότι μπορεί να γίνει κάτι με τη δυναμική και τη μαζικότητα όσων έγιναν το προηγούμενο διάστημα. Πολλά ακούγονται βέβαια και όσοι δεν είμαστε οργανωμένοι βασιζόμαστε στο τι ακούγεται ότι θα κάνουν οι παρατάξεις, δυστυχώς τα πράγματα, όταν πρόκειται να πάρουν μια πιο μαζική διάσταση σε πανελλαδικό επίπεδο, κινούνται από εκεί. Μετά από ένα χρόνο κινητοποιήσεων όπου πήγαν πίσω εξεταστικές και δεδομένου ότι ο κόσμος παράτησε τα μέσα αγώνα που είχε μπροστά στις φοιτητικές εκλογές, νομίζω ότι είναι πολύ πιο δύσκολο να ξεκινήσουν πάλι καταλήψεις. Και είναι πιο δύσκολο γιατί πλέον έχει περάσει ο νόμος-πλαίσιο. Επίσης δεν υπάρχουν πλέον κινητοποιήσεις από την πλευρά των καθηγητών. Κακά τα ψέματα αλλά η απεργία των καθηγητών στήριξε κατά κάποιο τρόπο τις φοιτητικές κινητοποιήσεις: μόλις σταμάτησε η απεργία πολλοί αισθάνονταν ότι «τώρα που πάμε μόνοι μας» παρότι δεν είχαμε ποτέ στην ουσία «κοινό μέτωπο» με τους καθηγητές. Εντάξει ποτέ μη λες ποτέ, γιατί αυτά λέγαμε και το προηγούμενο καλοκαίρι, αλλά δεν νομίζω ότι μπορεί σύντομα να γίνει κάτι σε αυτή τη διάσταση.
Μιας και ανέφερες τους καθηγητές να σε ρωτήσω κάτι που το ξέχασα: τι στάση είχαν οι καθηγητές απέναντι στο κίνημα;
Ψ.: Στη δική μας τη σχολή υπήρχε αρχικά ένα φιλικό κλίμα απ’ τη μεριά τους, αλλά δεν έκαναν επί της ουσίας απεργία, μόνο μια-δυο μέρες νομίζω. Το καλοκαίρι είχαν κρατήσει μια μεσοβέζικη στάση λέγοντας ότι κάνουν αποχή και όχι απεργία, αλλά πληρώνονταν κανονικά βέβαια! Από την εξεταστική του Σεπτέμβρη-Οκτώβρη και μετά, επειδή ήμασταν μια κατάληψη που κράτησε για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, πολλοί καθηγητές είχαν αρχίσει να γίνονται πολύ επιθετικοί, τουλάχιστον από αυτά που μαθαίναμε. Προσπαθούσαν με διάφορους τρόπους να μάθουν τι γίνεται με αυτούς που «μας έχουν καταστρέψει τη σχολή και το ακαδημαϊκό έτος»! Επίσης, δεν υπήρχε επικοινωνία με τους καθηγητές, στην κατάληψη ήρθαν ελάχιστοι, δυο-τρεις φορές ήρθαν ορισμένες καθηγήτριες, και βλέπαμε κάποιους για λίγη ώρα στις πορείες.
Εσύ, δηλαδή, δεν αισθάνθηκες κάποια στήριξη απ’ τη μεριά τους...
Ψ.: Σε καμία περίπτωση! Έτσι κι αλλιώς δε νομίζω ότι και εμείς θέλαμε κάτι τέτοιο. Δεν θέλαμε να δούμε τους καθηγητές ως ένα ενιαίο σύνολο γιατί αυτό είναι λάθος. Δηλαδή φάνηκε ότι κάθε καθηγητής, ανάλογα με τα συμφέροντα που έχει σε σχέση με το γνωστικό του αντικείμενο και τον τομέα του, αντιμετωπίζει διαφορετικά το νόμο πλαίσιο και επιδιώκει διαφορετικά πράγματα. Υπήρξαν ελάχιστοι καθηγητές που μας στήριξαν κάπως, με μια καθηγήτρια βρεθήκαμε μαζί και στα δικαστήρια για παράδειγμα. Γενικά, στη δική μας τη σχολή δε στήριξαν τον αγώνα ούτε στα χαρτιά. Όσον αφορά την ΠΟΣΔΕΠ δεν ξέρω πολλά πράγματα, έπαιξε μεγάλο ρόλο και ο συσχετισμός δυνάμεων εκεί μέσα... Ωστόσο, από κάποιους ανθρώπους από την ΠΟΣΔΕΠ είδαμε ένα ενδιαφέρον για κάποιες διαγραφές μεταπτυχιακών φοιτητών που συνέβησαν στη σχολή μας. Υπήρξε μια επικοινωνία μέσω e-mail για να δούνε πως θα μπορούσαν να βοηθήσουν ανακινώντας το ζήτημα στην πρυτανεία. Πέραν αυτού ήμασταν αποκομμένοι, δηλαδή γενικά δεν κάναμε από κοινού πράγματα με τους καθηγητές κατά τη διάρκεια των καταλήψεων.
Σε άλλαξαν ως φοιτητή και ως άνθρωπο οι καταλήψεις; Πώς επέδρασε η εμπειρία των καταλήψεων στις σχέσεις σου με τους συμφοιτητές σου, στην καθημερινή σου ζωή;
Ψ.: Εδώ η απάντηση είναι απόλυτα ναι! Και αυτό δεν το βλέπω μόνο στον εαυτό μου, είναι κάτι που το διαπιστώνουμε συνέχεια στις κουβέντες μου με ανθρώπους που ήμασταν και από πριν φίλοι και συνεχίσαμε μέσα στις καταλήψεις μαζί. Τουλάχιστον, για όσους συμμετείχαμε στον αγώνα με όλες μας τις δυνάμεις και σε όλες τις μορφές κινητοποίησης η αλλαγή είναι πολύ έντονη ως προς το πώς αξιολογούμε πλέον κάποια πράγματα στη ζωή μας. Προσωπικά, έχω απορρίψει κάποια πράγματα στα οποία έδινα βάρος πριν τις καταλήψεις. Έχουν αλλάξει τα ενδιαφέροντά μου, θέλω να διαβάσω άλλα πράγματα πια, να κατανοήσω καλύτερα την πραγματικότητα. Υπάρχει επίσης μια ανάγκη, μετά το τέλος του φοιτητικού κινήματος και την απουσία ενός άμεσου στόχου όπως ο νόμος-πλαίσιο, όχι να οργανωθείς σε μια παράταξη ή κάτι τέτοιο αλλά να ξαναβρεθείς με τους ανθρώπους που αγωνιστήκατε μαζί και να κάνεις συλλογικά πράγματα. Ψάχνουμε να βρούμε τι μπορούμε να κάνουμε, με ποιό τρόπο να παρέμβουμε μέσα ή και έξω από τη σχολή. Νομίζω ότι αυτό το ζήτημα το είχαν θέσει πολύ καλά κάποια παιδιά, στην εκδήλωση που είχε κάνει η ΚΟΝΤΡΑ, που έλεγαν σαν σύνθημα: «να μη χάσουμε την συλλογικότητα»! Θεωρώ ότι αυτό προσπαθούμε να μην χάσουμε αυτή τη στιγμή, τη συλλογικότητα με την ευρύτερη έννοια, είτε με ανθρώπους που βρεθήκαμε μαζί μέσα στο φοιτητικό κίνημα είτε και με άλλο κόσμο. Τώρα, που έχουν ηρεμήσει τα πράγματα αρκετός κόσμος αρχίζει να ψάχνεται περισσότερο πολιτικά, αν βρίσκεται σε κάποια συγκεκριμένη πολιτική κατεύθυνση και πώς μπορεί να οργανωθεί και να συμμετάσχει σε έναν ευρύτερο κοινωνικό αγώνα. Αυτή τη στιγμή και εμένα και πολλούς άλλους αυτό το ζήτημα μας προβληματίζει αρκετά! Σκοντάφτουμε σε πολλά πράγματα, ειδικά όσοι δεν έχουμε εμπειρία από κάποια οργάνωση ή ομάδα... Μετά το φοιτητικό κίνημα νομίζω ότι αυτή είναι η κυριότερη αλλαγή: τελείωσε η καταιγίδα, οπότε ψάχνεσαι τι μπορείς να κάνεις συλλογικά και με ποιό τρόπο.
Τελευταία ερώτηση: πώς σου φάνηκε το ερωτηματολόγιο και η συνέντευξη;
Ψ.: Νομίζω πως κάποια πράγματα θα έπρεπε να έχω τη δυνατότητα να τα σκεφτώ πριν από τη συνέντευξη, για να είναι πιο δομημένη η σκέψη μου και να μην ξεχνάω πράγματα που πιθανόν να ήταν πιο σημαντικά από άλλα που ανέφερα. Οι θεματικές που βάλατε πάντως μου φάνηκαν αρκετά καλοστημένες, αν και κάποιες ερωτήσεις ήταν κάπως γενικές και ήταν δύσκολο να τις απαντήσεις, ξέρεις έπρεπε να κάτσεις και να σκεφτείς για κάποια πράγματα που κράτησαν έναν ολόκληρο χρόνο... Επίσης νομίζω ότι λείπει κάποια ερώτηση που να ψάχνει κατά πόσο αυτός που δίνει τη συνέντευξη άλλαξε αντιλήψεις σε σχέση με τους πολιτικούς θεσμούς. Αυτό το ζήτημα τέθηκε με ένα τρόπο, γιατί μέσα από το κίνημα, πέρα από τη διεκδίκηση αιτημάτων, αμφισβητήθηκαν και κάποιοι θεσμοί. Για παράδειγμα μπήκε ζήτημα για το δικαστικό σύστημα ή για την αστυνομία. Πιθανόν βέβαια, αυτό να το βλέπω εγώ έτσι γιατί είμαι ένα άτομο που μπήκα στις καταλήψεις χωρίς να έχω κάποια προηγούμενη συμμετοχή σε κάποια συλλογικότητα ή σε κάποιο πολιτικό χώρο. Πάντως ακόμη και σε ανεξάρτητο κόσμο από τη βάση των ΕΑΑΚ η συμμετοχή στο κίνημα άρχισε να δημιουργεί πιο έντονα το συναίσθημα της αμφισβήτησης απέναντι σε κάποιους θεσμούς. Έχουμε δημοκρατία και τι είδους δημοκρατία είναι αυτή; Έβλεπες μέσα στα πανεπιστήμια μια μικρογραφία του καθιερωμένου πολιτικού συστήματος «ψηφίζεις και φεύγεις», άκουγες κάποιους ανθρώπους απ’ τις παρατάξεις να μιλάνε για αμεσοδημοκρατία, αλλά δεν έβλεπες κάτι ουσιαστικά διαφορετικό, ψήφιζες στη συνέλευση χωρίς να πρέπει να είσαι συμμέτοχος. Όλα αυτά, ή ακόμη το ζήτημα της αντιβίας στο δρόμο που ανέφερα πιο πριν, προβλημάτισαν αρκετούς ανθρώπους που συμμετείχαν οπότε νομίζω ότι μια τέτοια ερώτηση θα ήταν καλό να υπάρχει...